Σελίδες

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

Τα Μ.Μ.Ε, Οι Διαδηλώσεις, Η Δύναμη της Εικόνας και του Θεάματος


Η αρχή της αβεβαιότητας και τα ΜΜΕ


(Του Πάσχου Μανδραβέλη)

Σχεδόν σε κάθε πορεία διαμαρτυρίας υπάρχει μια συνήθης τελετουργία. Πενήντα περίπου διαδηλωτές, κρατώντας στειλιάρια με κόκκινα σημαιάκια, πιάνονται αγκαζέ. Φωνάζουν συνθήματα και προχωρούν με στρατιωτικό ρυθμό προς τις δυνάμεις των ΜΑΤ. Πέφτουν πάνω στις ασπίδες, ακούγονται φωνές, γίνονται κάποιες αψιμαχίες και μετά οπισθοχωρούν. Κατά καιρούς, κάποιος θα πέσει στο οδόστρωμα. Τότε μερικοί σύντροφοί του θα του ρίξουν νερό, ενώ κάποιοι άλλοι θα καταγγέλλουν την αστυνομική αυθαιρεσία που μετέτρεψε μια «καθόλα ειρηνική διαμαρτυρία σε πεδίο μάχης».

Η διακηρυγμένη πρόθεση πίσω από αυτές τις μάταιες επιθέσεις είναι «η προσπάθεια επανάκτησης του δημόσιου χώρου». Υποτίθεται ένας πολίτης έχει το δικαίωμα να διαδηλώνει παντού και τα παρατεταγμένα ΜΑΤ εμποδίζουν το δικαίωμα του διαδηλωτή ακόμη και να μπουκάρει στη Βουλή. Το παράδοξο είναι ότι αυτό το «δικαίωμα» δεν διεκδικείται στα δικαστήρια, αλλά στον δρόμο.

Ακόμη πιο περίεργο είναι το γεγονός ότι χρόνια ακολουθείται αυτή η πρακτική χωρίς... πρακτικό αποτέλεσμα. Κι όμως με σισύφεια υπομονή οι διαμαρτυρόμενοι χτυπούν με τα στειλιάρια τις ασπίδες, τις ξαναχτυπούν, χωρίς να πετύχουν ποτέ το διακηρυγμένο τους αποτέλεσμα.

Ο,τι χάνουν όμως σε ενέργεια και σε λογική το κερδίζουν σε δημοσιότητα. Πορεία για την οποία θα αδιαφορήσουν τα ΜΜΕ, είναι πορεία χαμένη στο πέλαγος της πληροφορίας. Και τα ΜΜΕ ενδιαφέρονται για «εντάσεις» και όχι για αιτήματα, δίκαια ή άδικα. Για τον φακό της κάμερας, λοιπόν, σκηνοθετείται κάθε λίγο και λιγάκι αυτό το χάπενινγκ.

Η απροσδιοριστία
Στις αρχές του περασμένου αιώνα, ο μεγάλος Γερμανός φυσικός Βένερ Χάιζενμπεργκ έβαλε μια βόμβα στα θεμέλια της φυσικής. Απέδειξε ότι στον κόσμο των θεμελιωδών σωματιδίων αυτή καθ’ αυτήν η παρατήρηση αλλάζει το παρατηρούμενο σωματίδιο. Το φως που πέφτει για να γίνει η παρατήρηση «αναγκαστικά προκαλεί μια σημαντική διαταραχή στο αντικείμενο που κάνουμε τη μέτρηση... Δεν υπάρχει πρακτικός και θεωρητικός τρόπος να μειώσουμε τη διαταραχή αυτή στο μηδέν. Για αντικείμενα μικροσκοπικών διαστάσεων τέτοιες διαταραχές δεν είναι αμελητέες. Αυτή είναι η ουσία της αρχής της απροσδιοριστίας του Heinsenberg, η οποία έχει μια ακριβή μαθηματική έκφραση» («Το κβαντικό Σύμπαν», εκδ. Τροχαλία).

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και όταν πέφτει ο προβολέας της κάμερας στα κοινωνικά υποκείμενα ή τα άτομα. Αυτή καθ’ αυτήν η παρατήρηση αλλάζει τη συμπεριφορά του αστυνομικού που ελέγχει έναν μετανάστη, των διαδηλωτών που πέφτουν πάνω στα ΜΑΤ, και του 60χρονου Πατριώτη του Μετώπου, που πέταξε το παπούτσι στον πρωθυπουργό.

Για το συγκεκριμένο συμβάν πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο πράγματα: τη συνωμοσιολογία και την απροσδιοριστία. Οι κατηγορίες περί στημένου θέματος υπονοούν ότι το BBC διά του ανταποκριτή του έφτιαξε το γεγονός ή υποκίνησε ρητώς τον δράστη ώστε να προβάλει ένα «αποκλειστικό θέμα». Αυτό ανήκει στη σφαίρα της συνωμοσιολογίας, που δύσκολα μπορεί να γίνει πιστευτή, ειδικά για έναν οργανισμό σαν το BBC που έχει δώσει μάχες για την τήρηση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Οπότε λόγω προτέρου εντίμου βίου η φράση στην ανακοίνωση του BBC «οποιαδήποτε υπόνοια ότι ο διαδηλωτής υποκινήθηκε να ενεργήσει κατ’ αυτόν τον τρόπο, είναι εντελώς αβάσιμη», πρέπει να γίνει πιστευτή. Η παρακάτω όμως «το περιστατικό αυτό θα είχε συμβεί, άσχετα αν υπήρχε κάμερα ή όχι» μάλλον δείχνει αλαζονεία απέναντι στην πολύπλοκη πραγματικότητα. Εδώ ακόμη και στον κόσμο της γρανιτένιας φυσικής δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι πώς θα αντιδράσει το απλοϊκό ηλεκτρόνιο όταν πέσει πάνω του το φωτόνιο της παρατήρησης, μπορούμε να ξέρουμε πώς θα συμπεριφερθεί μια πολύπλοκη προσωπικότητα; Η αλήθεια είναι ότι δεν μπορούμε να ξέρουμε αν και κατά πόσο «το περιστατικό αυτό θα είχε συμβεί» χωρίς την παρουσία της κάμερας.

Η επίδραση της τηλεοπτικής κάμερας στη συμπεριφορά των διαδηλωτών είναι ένα παλιό πρόβλημα. Εντοπίστηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των μεγάλων διαδηλώσεων ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Στις 26 με 29 Αυγούστου του 1968 οι Δημοκρατικοί έκαναν στο Σικάγο το συνέδριο για την ανάδειξη του υποψήφιου προέδρου του κόμματος. Ηταν ένα σημαντικό πολιτικό γεγονός και όλα τα τηλεοπτικά δίκτυα των ΗΠΑ είχαν στρέψει τις κάμερές τους μέσα στο «Διεθνές Αμφιθέατρο» για να καταγράψουν τον μεγάλο διχασμό των Δημοκρατικών. Το βράδυ της 28ης Αυγούστου οι κάμερες εγκατέλειψαν το συνέδριο και βγήκαν στον δρόμο για να καλύψουν ένα πιο δραματικό γεγονός. Πολλές φοιτητικές οργανώσεις, με πρώτο το Youth International Party (Yippie), είχαν οργανώσει διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, εκεί ακριβώς που για τρεις μέρες ήταν η πρωτεύουσα των media.

H απάντηση της αστυνομίας του Σικάγου ήταν εξαιρετικά βίαιη. Οι απεσταλμένοι του CBS και NBC Μάικ Γουάλας και Νταν Ράδερ χτυπήθηκαν από τους αστυνομικούς σε ζωντανή μετάδοση. Οι βιαιοπραγίες κατά των συλληφθέντων νέων ήταν ο κανόνας. Κανείς όμως από τους επικεφαλής των δυνάμεων ασφαλείας δεν πρόσεξε το σύνθημα των διαδηλωτών που γεννήθηκε εκείνο το βράδυ: «the whole world is watching» («όλος ο κόσμος βλέπει»). Πολύ αργότερα ο Αμπι Χόφμαν, ένας από τους ηγέτες του νεολαιίστικου κινήματος, δήλωσε «εμείς ήμασταν η γενιά της τηλεόρασης. Ξέραμε το μέσο και τη δύναμή του. Εκείνοι (σ.σ. οι δυνάμεις ασφαλείας) δεν το ήξεραν».

Για πολλούς το βράδυ της Τετάρτης (28 Αυγούστου) άλλαξε τη θεματολογία των media. Τα κανάλια αναγκάστηκαν από τα γεγονότα να εγκαταλείψουν τη ρητορεία της πανεθνικής ενότητας στον πόλεμο κατά του κομμουνισμού, για να δείξουν την Αμερική όπως ήταν· διχασμένη. Για άλλους ήταν απλώς η κάμερα που μεγέθυνε κάποια γεγονότα και αλλοίωνε τη συμπεριφορά των διαδηλωτών. «Υπάρχει κάτι περίεργο με τα φώτα» δήλωσε στο περιοδικό New Yorker (16.9.1968) ο υπεύθυνος Τύπου της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης Ζακ Νεβάρντ. «Μόλις τα τηλεοπτικά συνεργεία ανάψουν τους προβολείς τους, οι άνθρωποι ελκύονται από το φως. Το επόμενο πράγμα που βλέπεις είναι ένας όχλος και οι άνθρωποι αρχίζουν να υποκρίνονται για χάρη της κάμερας. Δεν ξέρω... Υπάρχει κάτι με τα φώτα που κάνει τους ανθρώπους βίαιους».

Ετσι είναι τα πράγματα;
Μετά τα γεγονότα του 1968 στο Σικάγο ξεκίνησε μια έντονη συζήτηση για την επίδραση της τηλεοπτικής κάλυψης στα κοινωνικά γεγονότα. Ηδη η Αμερική παρακολουθούσε τον πρώτο πόλεμο σε ζωντανή μετάδοση. Οχι μόνο στο Βιετνάμ, αλλά και μέσα στις πόλεις. Το πρόβλημα ήταν πως ο πόλεμος που έβλεπε ήταν άλλος από εκείνον που γινόταν. Τα γεγονότα δεν αξιολογούνταν με βάση την σημασία τους, αλλά το «δράμα» που αποτυπωνόταν στο φιλμ.

Κάθε βράδυ τα δελτία ειδήσεων γέμιζαν με «μάχες», οι οποίες όμως δεν ήταν ούτε οι μεγαλύτερες ούτε οι σημαντικότερες. Ενα τηλεοπτικό συνεργείο ακολουθούσε μια περίπολο και αν έπεφταν κάποιοι πυροβολισμοί τότε το δελτίο είχε θέμα. Η σφαγή του Μάι Λάι όμως, που διαμόρφωσε πολιτικές, δεν υπήρχε στον τηλεοπτικό κόσμο επειδή ακριβώς δεν υπήρχε κάμερα παρούσα.

Το σκάνδαλο του Γουότεργκεϊτ ήταν επί δύο χρόνια μια αποκλειστική υπόθεση του Τύπου. Οι πληροφορίες, τα χαρτιά, οι καταθέσεις ήταν εξελίξεις άγνωστες σε όσους ενημερώνονταν μόνο από την τηλεόραση. Η τελευταία μπήκε δυναμικά στο παιγνίδι μόνο όταν άρχισαν οι καταθέσεις στο Κογκρέσο και υπήρχε κινούμενη εικόνα να δείξουν. Το καλύτερό τους ήταν όταν ο Νίξον έσπρωξε βίαια τον υπεύθυνο Τύπου του στον κήπο του Λευκού Οίκου.

Στην επιφάνεια
Η τηλεόραση από τη φύση της δεν μπορεί να χωνέψει και να μεταδώσει τη συνθετότητα της πολιτικής. Αναγκαστικά μένει στην επιφάνεια της εικόνας που δεν είναι πάντα η αντιπροσωπευτική της πραγματικότητας. Ο τηλεοπτικός χρόνος δεν αφήνει περιθώρια για αξιολόγηση και ιεράρχηση. Κάθε γεγονός ισοπεδώνεται και η σημασία του αντιστρέφεται. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε εκείνη την ταραγμένη δεκαετία πολλές φορές τα κανάλια διέκοπταν το πρόγραμμά τους για κάποια βίαιη διαδήλωση, αλλά όχι για τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Η τελευταία έγινε ενώ η κάμερα απουσίαζε.

Επί μία περίπου εικοσαετία ο μεγάλος τηλεπαρουσιαστής Γουόλτερ Κρονκάιτ τέλειωνε το δελτίο ειδήσεων με τη φράση «έτσι έχουν τα πράγματα» (that’s the way it is). Χρόνια μετά, το 1998, παραδέχθηκε ότι αυτή η δήλωση ήταν υπερβολική και «ίσως δεν έπρεπε να την είχα κάνει». Τα πράγματα, παρά την αληθοφάνεια της εικόνας, σπανίως είναι όπως τα δείχνει η τηλεόραση.

Διαστρέβλωση ψευδογεγονότων
«Μια διαδήλωση δεν είναι κάποιο πραγματικό γεγονός, υπό την έννοια ότι δεν είναι μια αυθόρμητη εκδήλωση ενός φυσικού γεγονότος, όπως ένας σεισμός ή μια πυρκαγιά. Είναι αυτό που ο κοινωνιολόγος Ντάνιελ Μπόρστιν ονομάζει ψευδογεγονός, κάτι που δημιουργείται για να δημοσιοποιηθεί. Φτιάχνεται σχεδόν αποκλειστικά για να προβληθεί από τις εφημερίδες ή την τηλεόραση. Οπότε το πραγματικό ερώτημα είναι: αν διαστρεβλώσεις ένα ψευδογεγονός, ποια είναι η πραγματική διαστρέβλωση;».

ΣΟΦΙ ΜΠΕΡΝΧΑΜ - συγγραφέας

Διαβάστε
- Νιλ Πόστμαν, «Διασκέδαση μέχρι θανάτου. Ο δημόσιος λόγος στην εποχή του θεάματος», εκδ. Κατάρτι
- Στέλιος Παπαθανασόπουλος, «Η δύναμη της τηλεόρασης», εκδ. Καστανιώτη

 Πηγή: Εφημερίδα Καθημερινή, 19.09.2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου