Σελίδες

Σάββατο 25 Δεκεμβρίου 2010

Η Κρίση ως Δικαίωση των "Αποκλεισμένων"

Ευαισθησίες στον κόσμο της νύχτας

(Του Τάκη Θεοδωρόπουλου)

Εδώ και χρόνια κυκλοφορούν κάποιοι ανάμεσά μας που φιλοδοξούν να μονοπωλήσουν την κοινωνική ευαισθησία. Κάποτε τοποθετούνταν σχεδόν αποκλειστικά στον χώρο της Αριστεράς. Όμως, από τότε που η Αριστερά, ελλείψει πολιτικού οράματος, έγινε ιδέα γενικής χρήσεως, οι «ευαίσθητοι» δραστηριοποιούνται στον ευρύτερο χώρο της πολιτικής και της διανόησης και καταγγέλλουν καθ' έξιν την αναλγησία όσων δεν σκέφτονται όπως αυτοί.

Τα τελευταία χρόνια σ' αυτούς προστέθηκαν και μερικοί άλλοι, ουκ ολίγοι, οι οποίοι διεκδικούν το μονοπώλιο στο δικαίωμα της αγανάκτησης. Όσοι απ' αυτούς έχουν δημόσιο λόγο ωρύονται πως πρέπει επιτέλους να βρεθούν οι φταίχτες της κατάντιας μας, ζητούν να φέρουν πίσω τα κλεμμένα και γενικώς κακοποιούν τη νοημοσύνη μας και τη διάθεσή μας, αναλαμβάνοντας τον ρόλο των εισαγγελέων, αγαπημένο ρόλο του καρατερίστα Έλληνα που είναι ατίθασος, αδούλωτος και, πάνω απ' όλα, έχει τα χέρια του καθαρά. Όσοι δεν έχουν δημόσιο λόγο απλώς τα σπάνε. Σπάνε υαλοπίνακες, κεφάλια και μερικοί απ' αυτούς, οι πιο αγανακτισμένοι υποθέτω, παίζουν με εκρηκτικά.

Κάπου ανάμεσα στο μονοπώλιο της ευαισθησίας και της αγανάκτησης παραπαίει η ψυχική κατάσταση των υπολοίπων. Αυτοί συνήθως αισθάνονται περισσότερο ένοχοι, κι ας είναι οι λιγότερο ένοχοι. Αυτοί υφίστανται την αγανάκτηση των αγανακτισμένων και είναι αναγκασμένοι να καταπιούν τη δική τους αγανάκτηση. Αυτοί δεν ωρύονται «φέρτε πίσω τα κλεμμένα», είτε γιατί ξέρουν ότι αυτό ποτέ δεν πρόκειται να γίνει, είτε γιατί δεν καταδέχονται να παριστάνουν τους αθώους, είτε γιατί δεν τους αρέσει γενικώς να ωρύονται.

Αυτοί περίμεναν εδώ και χρόνια την κατάρρευση του οικοδομήματος. Δεν ήταν οι μόνοι, σίγουρα. Κι αν κάτι τους κάνει να διαφέρουν από όσους την περίμεναν αλλά την απεύχονταν, γιατί είχαν βρει τον τρόπο να αξιοποιούν το οικοδόμημα, είναι ότι αυτοί την εύχονταν κιόλας.

Ανάμεσά τους συγκαταλέγομαι κι εγώ. Εξηγούμαι αμέσως, για να μην παρεξηγηθώ. Δεν είμαι ούτε χαιρέκακος, ούτε μαζοχιστής, ούτε σαδιστής. Υφίσταμαι τις συνέπειες της κρίσης με τον χειρότερο δυνατό τρόπο: τα εισοδήματά μου τον τελευταίο χρόνο έχουν μειωθεί δραματικά, τα χρήματα που έχω είναι πολύ λιγότερα απ' αυτά που δεν έχω και χρειάζομαι. Κι όσο κι αν πιστεύω ότι κανένας πολιτικός δεν είναι σε θέση να διορθώσει τη μηχανή που αυτός ο ίδιος ξεχαρβάλωσε, κάπου στο βάθος αισιοδοξώ.

Θυμάμαι αυτό που έλεγε εκείνος ο ρήτορας τον 4ο αιώνα π.Χ. στους συμπολίτες του Αθηναίους. Δύστροπος, χολερικός, μάλλον αποτυχημένος πολιτικός, καθότι ειλικρινής, άκουγε στο όνομα Δημοσθένης και πρόσθεσε στο λεξιλόγιο της ελληνικής γλώσσας τον όρο «φιλιππικός», συνώνυμο του «λίβελλος». Στον πρώτο του φιλιππικό, λοιπόν, αφού τα σέρνει στους Αθηναίους ότι δεν κάνουν τίποτε για να αντιμετωπίσουν τη λαίλαπα του Μακεδόνα που θα τους στερήσει την ελευθερία τους, τους παρομοιάζει με αράχνες. Η αράχνη, λέει, καταβροχθίζει ό,τι μικρό κι ασήμαντο πέφτει στον ιστό της, μυγάκια, λοιπά έντομα και ζωύφια, φτάνει όμως ένα χέρι για να τη σαρώσει.

Ας αφήσουμε κατά μέρος τις αναλογίες με τον μύθο της θωρακισμένης ελληνικής οικονομίας που διαπρέπει στη ζώνη του ευρώ και είναι έτοιμη να κατακτήσει τα Βαλκάνια με πρωθυπουργό τον Ομπλόμοφ, τον ήρωα του Γκοντζάροφ που πίστευε ότι η φυσιολογική στάση του ανθρωπίνου σώματος είναι η ύπτια, επί του καναπέ. Κι ας πάμε παρακάτω, στο σημείο όπου ο Δημοσθένης καταλήγει ότι, παρ' όλα αυτά, ο ίδιος είναι αισιόδοξος. Και όπως εξηγεί, αντλεί την αισιοδοξία του από το ότι στην κατάντια τους Αθηναίους του καιρού εκείνου τους οδήγησε το γεγονός ότι δεν έκαναν όλα αυτά που έπρεπε να έχουν κάνει. Άρα, έχουν μια ακόμη ευκαιρία, την τελευταία ίσως, να τη διορθώσουν.

Κι αν λέω πως την ευχόμουν αυτή την κρίση, και δεν είμαι ο μόνος, είναι γιατί αυτή μας επιτρέπει να συνειδητοποιήσουμε πως τόσα χρόνια, πάνε δεκαετίες τώρα, βαδίζαμε στους δρόμους της αράχνης. Κατασκευάσαμε τον μύθο μιας ευρωπαϊκής Ελλάδας, ενώ, στην πραγματικότητα, ζούσαμε σ' ένα απέραντο σκυλάδικο διαρκείας. Τα κοινωνικά πρότυπα που ακολουθούσαμε ήταν τα πρότυπα της νύχτας, οι περιουσίες της «μαγκιάς», η επιτυχία του «πρώτο τραπέζι πίστα». Η Ελλάδα δεν έχει το αποκλειστικό προνόμιο της διαφθοράς. Διαφθορά υπάρχει παντού όπου υπάρχει πολιτικό χρήμα, με μία μόνη διαφορά. Εδώ αναγάγαμε τη διαφθορά σε κοινωνικό πρότυπο. Κι αν αλλού φροντίζουν να κρύψουν καλά τα προϊόντα της, εδώ τα επιδεικνύαμε για να δείξουμε σε όλους τους υπόλοιπους πόσο χαζοί ήταν που δεν τα κατάφεραν. Όταν ο Γάλλος υπουργός αγόραζε καφεδοφυτείες στην κεντρική Αφρική για να μην τον πάρουν είδηση, ο δικός μας αγόραζε σπίτι στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου για να καταλάβουμε όλοι πως αυτός πέτυχε εκεί που όλοι εμείς, οι υπόλοιποι, αποτύχαμε.

Οι σοφολογιότατοι αναλυτές λένε πως η ελληνική κρίση είναι η κρίση του φιλελεύθερου μοντέλου ανάπτυξης. Παραλείπουν, βέβαια, να επισημάνουν πως ο φιλελευθερισμός ποτέ δεν πέρασε τα σύνορά μας, πως οι μεγάλες περιουσίες έγιναν με κρατικά χρήματα κι αν καταρρέει κάτι τώρα, είναι ένα σύστημα υπαρκτού σοσιαλισμού, το οποίο οικοδόμησε η μετεμφυλιακή Δεξιά και το βρήκε κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της η πολιτική τάξη της ευρωπαϊκής Ελλάδας, ασχέτως πολιτικής τοποθέτησης.

Αυτό που καταρρέει σήμερα είναι ο τρόπος ζωής του σκυλάδικου - έστω νυχτερινού κέντρου επί το ευγενέστερον. Όχι μόνον γιατί ξημέρωσε και ήρθε η ώρα να πληρώσουμε τον λογαριασμό. Αλλά γιατί ψυχολογικά δεν το αντέχαμε άλλο. Δεν αντέχαμε άλλο την κακοφωνία της κραιπάλης, τον καταναγκασμό της σπατάλης, τους υστερικούς σπασμούς που τους βαφτίσαμε διασκέδαση. Απ' αυτή την άποψη, η κρίση ήρθε σαν λύτρωση. Αν μη τι άλλο, η πραγματικότητα μάς χτύπησε την πόρτα και μας υποχρεώνει να αντιδράσουμε.

Τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 έδειξαν πως η ελληνική κοινωνία διαθέτει μεγάλα αποθέματα βίας, όπως ακριβώς η ζωή στο σκυλάδικο. Μια βία που τη ζούμε καθημερινά, με τον αχρείο που καβαλάει το πεζοδρόμιο με το μηχανάκι του, με τον άθλιο αρχισυνδικαλιστή που μας απειλεί πως θα ματώσουμε, με τον γιατρό που ζητάει φακελάκι, με τον γονιό που απειλεί τον δάσκαλο που έβαλε κακό βαθμό στον γιο του. Τον προτιμάει στουρνάρι για να τον διαδεχθεί στην οικογενειακή επιχείρηση το συντομότερο.

Τόσα χρόνια, ζαλισμένοι από τις μπόμπες που μας σέρβιραν, τη βία την αντιμετωπίζαμε ως χαριτωμένη ιδιαιτερότητα. Φτάσαμε να αποκαλούμε την εφαρμογή του νόμου καταστολή. Δόξα τω Θεώ, ξέρουμε να υποκρινόμαστε όταν πρόκειται να αποδείξουμε στους εαυτούς μας πως είμαστε μοναδικοί. Υποκρινόμαστε τους ευαίσθητους, τους αγανακτισμένους, τους αθώους, και καταγγέλλουμε.

Αν μη τι άλλο, η λέξη κρίση στη γλώσσα μας έχει και τη σημασία της συνείδησης. Ποιος θα είναι ο καταλύτης της; Σίγουρα όχι ο «πόλεμος όλων εναντίον όλων», ακήρυχτος, σερνάμενος ανάμεσά μας, σίγουρα όχι οι ατάλαντοι πολιτικοί μας που, ελλείψει έμπνευσης, παριστάνουν τους τεχνοκράτες, σίγουρα όχι οι ακαδημαϊκοί δάσκαλοι, αυτοί που πρώτοι απαξίωσαν το έργο τους καταδικάζοντας το πανεπιστήμιο σε πληθωριστική παραγωγή ημιμαθών -στην καλύτερη περίπτωση- που συνωστίζονται για μια θέση στο πουθενά. Κι αυτό το πράγμα το λένε παιδεία.

Σας ακούγομαι θυμωμένος; Όχι. Αισιόδοξος είμαι. Γιατί ξέρω, όπως κατά βάθος όλοι μας ξέρουμε, πως ζούμε τους τελευταίους σπασμούς αυτής της «σχεδόν πραγματικότητας», όπως είχε χαρακτηρίσει ο Αξελός την Ελλάδα, ήδη από το 1954. Γιατί ξέρω, όπως όλοι ξέρουμε, πως δεν μας παίρνει άλλο. Γιατί ξέρω, όπως μας διδάσκει η Ιστορία, πως οι κοινωνίες δεν αυτοκτονούν. Όσο κι αν μερικοί προσπαθούν ακόμη να μας πείσουν πως ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσεις τον νόμο της βαρύτητας είναι να πέσεις από το παράθυρο του πέμπτου ορόφου.

Αισιοδοξώ γιατί ανοίγουν τα κλειστά επαγγέλματα, ανάμεσά τους και το επάγγελμα του «ευαίσθητου» και του «αγανακτισμένου», άκρως προσοδοφόρα ως μονοπώλια, πλην όμως απαράσκευα για να αντέξουν τις συνθήκες ανταγωνισμού που έφερε η κρίση.

Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος είναι συγγραφέας. 
 
Πηγή:  LIFO, 08.12.2010

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2010

Πότε Βολεύει να Πτωχεύσει η Ελλάδα?

Κοίτα την Ελλάδα να πέφτει...

(του Μπάμπη Παπαδημητρίου)

Ποιος είναι ο καταλληλότερος χρόνος για να βαρέσει η Ελλάδα «μπιέλα»; Μου ζητήθηκε -ευχαριστώ τη LifΟ- να σκεφτώ για όσα γράφονται, λέγονται και, γενικότερα, μεταδίδονται στο -ατελείωτο πλέον- στερέωμα της επικοινωνίας για το νέο ελληνικό άγος και, προφανώς, για την κρίση με το ελληνικό χρέος. Στην πράξη, πολλοί συζητούν απλώς και μόνον την απάντηση στο παραπάνω ερώτημα. Όχι τώρα τελευταία. Από την πρώτη στιγμή! Το ερώτημα, ήδη από το Φεβρουάριο 2010, όταν η Ένωση έβγαζε την πρώτη ανακοίνωση συμπαράστασης προς το χειμαζόμενο κράτος μας, ήταν για την καλύτερη επιλογή: ν' αφήσουμε την Ελλάδα, τώρα, να πέσει; Ή είναι καλύτερο για όλους να την κρατήσουμε στην επιφάνεια μέχρις ότου βελτιωθούν -και για εμάς- τα πράγματα;

Πολλοί, κι εγώ μαζί, πιστεύουν ότι η Ελλάδα στέκει ακόμη στα πόδια της επειδή δεν συμφέρει κανέναν να φάει το κανόνι των υπερ-τριακοσίων όχι του Λεωνίδα αλλά των δισεκατομμυρίων ευρουλίων. Σωστό. Μέχρι ενός σημείου. Γιατί το διεθνές σύστημα έφαγε κανόνια απανωτών δεκάδων και εκατοντάδων εκατομμυρίων και, μέχρι στιγμής, τα άντεξε. Μπορεί τα 110 δισ. να είναι, μετά τον πόλεμο και το Bretton Woods, όπου καθιερώθηκε το σύστημα δολαρίου, η μεγαλύτερη προετοιμασία ελεγχόμενης διάσωσης, δεν είναι όμως και τόσα πολλά όταν σκεφτεί κανείς με πόσα έπαιζε το σύστημα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής τρέλας.

Το ανησυχητικό είναι πως πολύ γρήγορα άρχισαν οι συζητήσεις για την επόμενη φάση. Δεν είχαν προλάβει οι υπουργοί («να πάτε να ξεκουραστείτε», τους είχε παροτρύνει ο Γιώργος ο πρωθυπουργός, λίγο νωρίτερα) να επιστρέψουν στα άνοστα γραφεία τους. Οι πρώτες νύξεις είχαν ήδη κάνει το πέρα δώθε του Ατλαντικού. Ο Dominique Strauss Cahn είχε καταστήσει σαφές το σοφόν: «Η Ελλάδα αποκλείεται -parbleu!- να γυρίσει τα λεφτά, όπως δογματικά επέμεινε η Καγκελάριος», φέρεται ειπών, πιθανότατα από τηλεφώνου.

Δεν χρειαζόντουσαν καλύτερη παρότρυνση chez les Grecs. Το θαύμα ονομάστηκε και μια από τις πιο καυτές μέρες του Αυγούστου ανέλαβα να εξηγήσω σ' έναν απ' αυτούς τους τηλεδιαλόγους των 9 στο γυαλί του Σκάι, τι (άλλο!) μπορεί να σημαίνει «επιμήκυνση»! Η αντίδραση υπήρξε αυτό που λέμε... προσεκτικά διακριτική. Δηλαδή, απολύτως σιωπηρή. Το άσχημο είναι ότι τα πράγματα στην ευρωζώνη δεν πήγαν καλά. Χειρότερα ακόμη πήγαν τα δικά μας. Με δύο λόγια, ενώ ο Γιώργος Π. λάτρεψε την ιδέα να σερβίρει μια «επιμήκυνση» (να, με το συμπάθιο!) στον απορροφημένο με τις δημαρχο-εκλογές του ελληνικό λαό, το όλον δεν κάθισε.

Αντίθετα! Βγήκε ξανά η Μέρκελ, έβρισε την παρέα με τα ξαδέλφια της Rosa Luxembourg και τους σώγαμπρους του Karl Kautsky, επειδή έβαλαν την Ελλάδα στο ευρώ, δέχτηκε την ευγενική πρόταση του (petit) Nicolas και έβγαλε τη νέα φιλοσοφική αρχή: «Εμείς, η ευρωζώνη, θα σώζουμε μόνον όποιον έχει ήδη σωθεί». Μαζί με τον «Sarko», παρουσία του Ρώσου Προέδρου, η παρέα της Deauville έδειξε ότι η ευρωζώνη θα είναι ένα πολύ σκληρό μέρος για να ζει όποιος δεν τιμά το σκληρό νόμισμα που εμπιστεύεται η γερμανική Γη στους εγκεκριμένους Ευρωπαίους. Δεν πρέπει να είναι τυχαίο ότι στη γαλλική λουτρόπολη γύρισε, το 1959, ο Roger Vadim, τις καλύτερες Liaisons Dangereuses, με τον τρυφερό κομμουνιστή Gérard Philipe και την υπέροχη συνοδοιπόρο Jeanne Moreau.

O «DSK», όπως τρυφερά τον αποκαλούν οι Γάλλοι (εκτός από τους συντρόφους του στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, που εκνευρίζονται όταν οι μετρήσεις λένε πως μόνον αυτός μπορεί να «πάρει» τον Σαρκό στις επόμενες προεδρικές...), το αντιμετώπισε γρήγορα. Εδώ είχε ξεπεράσει ολόκληρο σκάνδαλο σεξουαλικού φαβοριτισμού -μόλις που είχε αναλάβει ο άνθρωπος την κεφαλή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείο- υπέρ της (μα τι της βρήκε;) Piroska Nagy. Με τη βοήθεια, πάντως, της εξαιρετικής συζύγου του μεγαλοδημοσιογράφου, Anne Sinclair, η οποία διευκρίνισε ακαταμάχητα πως «Ήταν μια ξεπέτα και το όλο θέμα βρίσκεται ήδη πίσω μας». Η περίπτωση της Ελλάδας ήταν ευκολότερη.

Κυρίως, όμως, επειδή την έχουν ήδη περιλάβει οι γύπες των investment houses. Τραπεζικοί και δικηγόροι έχουν ήδη τρέξει κάθε λογής σενάρια για την καλύτερη στιγμή που θα μπορούσε η (τόσο τρυφερή) διεθνής κοινότητα ν' αφήσει το ελληνικό χρέος να μπουμπουνίσει. Καλά, δεν θα το πούμε έτσι σκέτα «Κύριοι, δυστυχώς, η καλή μας Ελλάδα δεν τα κατάφερε»! Θα πάρει λίγη ώρα μέχρι να κατανοήσουμε τι σημαίνει αυτό το «ΕΛΕΓΧΟΜΕΝΗ» πριν από την τόσο πλέον οικεία έκφραση: «επτώχευσε».

Όσοι δεν είχατε την ευκαιρία να νιώσετε τη χρήσιμη οικειότητα γνωριστείτε με τους ρόλους που είχε αναθέσει (προδικτατορικώς) στις φιγούρες του ο Μέντης Μποσταντζόγλου, έχετε πάντοτε τον χρόνο: η Μαμά-Ελλάς, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα είναι και πάλι στο ραντεβού με την Ιστορία. Τώρα θα μάθουμε όλοι το ακριβές περιεχόμενο της διαθήκης του Ανδρέα-πατέρα στον Γιώργο-σαν.

Για περισσότερες λεπτομέρειες μπορείτε να αναζητήσετε ένα φλεγματικό άρθρο του John Dizard στους «Financial Times» του προηγούμενου «Weekend Edition» με τον περιγραφικό τίτλο: «The Greek debt drama would be better played sooner». O κ. Δίζαρντ γράφει γι' αυτά τα πράγματα 34 χρόνια. Η απορία, σύμφωνα με τον ίδιο, των τεχνοκρατών της αγοράς είναι η ακόλουθη: «Η επιλογή του τρίτου τριμήνου ταιριάζει καλύτερα στις παραδόσεις. Όμως, οι δικαστές στη Γερμανία και οι πολιτικοί στην Ελλάδα φαίνεται να έχουν βαρεθεί με όλες αυτές τις ευρω-μ...ες και να φέρουν το γεγονός νωρίτερα, αφήνοντας τον χρόνο ελεύθερο στο τρίτο τρίμηνο για τις ήδη προγραμματισμένες διακοπές τους»!

Δεν έχει και πολύ άδικο! Κάποια στιγμή, με κάποιον τρόπο, νωρίτερα (αφού πέρασε στο μεταξύ κι ο καιρός...) παρά αργότερα, όσοι έχουν στα χέρια τους (ακόμη, βρε παιδιά!) ελληνικά ομόλογα, πρέπει να το πάρουν απόφαση. Να γράψουν τις ζημιές τους και να ζητήσουν από τους Έλληνες ακόμη πιο αποτελεσματικά μέτρα. Τώρα, βεβαίως, μπορεί μια (ακόμη) υπερήφανη κυβέρνηση του (υπερήφανου αλλά μπατιρισμένου) ελληνικού λαού να αρνηθεί. Μια χαρά το πάει η Λούκα Κατσέλη το μαντήλι της Μπουμπουλίνας, όταν μάλιστα έχει και κάπου φυλαγμένο ένα διδακτορικό από το Πρίνστον.

Ως εδώ καλά (!). Ο γύρος, όμως, πέφτει (ήδη) στον Λουκά Παπαδήμο. Οι πληροφορίες τον χρήζουν μεσολαβητή στις συζητήσεις για τη διαμόρφωση του μηχανισμού διάσωσης απόρων ευρωκορασίδων. Ο πρώην αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα πρέπει να πείσει τη σιδηρά Καγκελάριο ότι η Γερμανία δεν μπορεί να αφήσει τα παιδιά του ευρώ να πνιγούν σαν την Οφηλία μέσα στη λίμνη, ότι το ευρώ είναι ένα καλό νόμισμα για να γράφει με γερμανική μεθοδικότητα τα πολύ καλά κέρδη της και ότι, τελικά, χωρίς αυτήν να υπερασπίζεται την Ευρώπη, ο κόσμος θα γίνει πιο επικίνδυνος. Ο πάντοτε γλυκομίλητος καθηγητής θα πρέπει να πείσει και τη Μέρκελ και τους φοιτητές του στην έδρα Μίνωα Ζομπανάκη στο Kennedy School του Χάρβαρντ και, κυρίως, τους ιδιώτες που έχουν ακόμη ελληνικά ομόλογα, ότι θα μπορούν να εμπιστευθούν τα ΝΕΑ ελληνικά ομόλογα περισσότερο από τα παλαιά.
- Ο Μπάμπης Παπαδημητρίου είναι δημοσιογράφος του Σκάι και αρθρογραφεί στην «Καθημερινή».

 Πηγή:  Lifo, 25.11.2010

Τιμημένο Κ.Κ.Ε

(της Σώτης Τριανταφύλλου)

Παρατηρώ με τη γνωστή απορία, ενόψει των δημοτικών εκλογών, τη στάση των πολιτών και των μέσων ενημέρωσης έναντι του ΚΚΕ.  Εκτός του ότι το κοινοβουλευτικά μικρό αυτό κόμμα (12 βουλευτές) απολαμβάνει ευρείας δημοσιότητας, ακόμα και κεντροδεξιοί δημοσιογράφοι (ειδικά αυτοί) το αντιμετωπίζουν, όπως δηλώνουν, με «σεβασμό». Γιατί άραγε; Το ΚΚΕ, από την πλευρά του, δεν σέβεται κανέναν· ούτε καν το ίδιο το πολίτευμα, ούτε καν το σύνταγμα· η άκρα αριστερά, όπως ακριβώς η άκρα δεξιά, περιφρονεί και καθυβρίζει οποιονδήποτε διαφωνεί: γι’ αυτό και υπερηφανεύεται ότι κατεβαίνει «μοναχικά» στις εκλογές, λες και πρόκειται για κατόρθωμα. Το ΚΚΕ πιστεύει ότι εκπροσωπεί το μοναδικό δίκιο, ότι κατέχει την αναντίρρητη, «αντικειμενική» αλήθεια, όπως την υπαγορεύει ο διαλεκτικός υλισμός (ο οποίος έχει μετουσιωθεί σε θρησκευτικό δόγμα). Κι όμως, καθώς εξηγεί τα φαινόμενα του κόσμου με τα δεδομένα του 19ου αιώνα, το ΚΚΕ δεν ωφελεί κανέναν· αντιθέτως, βλάπτει τα κοινωνικά στρώματα για τα οποία υποτίθεται ότι αγωνίζεται. Τα παρασύρει, όπως συνηθίζει, σε τυφλές περιπέτειες, σε αδιάλλακτη και ανόητη συμπεριφορά.

Το ΚΚΕ ήταν και εξακολουθεί να είναι μια μεγάλη απάτη που επηρεάζει πλήθος τίμιων πολιτών: ως κόμμα και ως παρασκηνιακός μηχανισμός άλλων κομμάτων, συνδικάτων,  συντεχνιών κτλ. ταλαιπώρησε, δυσφήμισε, δολοφόνησε τα ίδια του τα μέλη· παρασύρθηκε σε εμφύλιο πόλεμο· υποστήριξε ολοκληρωτικά καθεστώτα, διέδωσε ψεύτικες εικόνες και όνειρα στον φτωχό ελληνικό λαό. Και ποτέ, ποτέ, δεν στάθηκε με κριτικό πνεύμα απέναντι σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας τα οποία, στην καλύτερη περίπτωση, χαρακτηρίζει, με απαράδεκτη αυταρέσκεια, «λάθη και παραλείψεις». 

Κι όμως, μπροστά σ’ αυτό το παραδοσιακά «ηρωικό» και κατά καιρούς εγκληματικό κόμμα –το οποίο για μια στιγμή του χρόνου γοήτευσε (όπως άλλωστε ο φασισμός και ο ναζισμός) μέρος των λεγόμενων «μαζών» καθώς και μέρος των λεγόμενων «διανοουμένων»– όλοι δείχνουν αβρότητα: το ΚΚΕ θεωρείται φορέας αγώνων και θυσιών. Αναμφίβολα, κατά καιρούς, τα πιο φωτισμένα μέλη του και οι συνοδοιπόροι έπαιξαν κεντρικό ρόλο στον συνδικαλισμό και στις εργατικές διεκδικήσεις. Επιμένω στα «πιο φωτισμένα μέλη» και στους «συνοδοιπόρους» προσθέτοντας ότι ανέκαθεν οι αληθινοί επαναστάτες διώκονταν από το ΚΚΕ και υφίσταντο τη γνωστή σοσιαλφασιστική πίεση: όποιος δεν συμφωνούσε με τη βλακώδη ηγεσία, θεωρείτο προδότης, χαφιές και πράκτορας της αντίδρασης. Η ιστορία του ΚΚΕ είναι στιγματισμένη από τις διαπομπεύσεις των καλύτερων στοιχείων του.

Εκτός από τους εργατικούς αγώνες και τις νίκες που ήταν απαραίτητες για να επιζήσει η χώρα και για να προχωρήσει λιγάκι, το ΚΚΕ είναι συνυπεύθυνο για τον εμφύλιο πόλεμο, πλην όμως επειδή ηττήθηκε (ευτυχώς, παρά την τραγωδία 1949-1974) δοξάστηκε. Οι ηττημένοι δεδικαίονται κατά το «οι νεκροί δεδικαίονται». Οι διώξεις που υπέστη δημιούργησαν την αύρα του μάρτυρα. Όμως, δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι οι μάρτυρες έχουν μυαλό: οι μάρτυρες είναι απλώς θύματα της αγριότητας των νικητών, που, στην ελληνική περίπτωση ήταν τα κατακάθια της βαλκανικής μοναρχικής δεξιάς. Αν το ΚΚΕ κέρδιζε εκείνον τον απέλπιδα πόλεμο, θα επεδείκνυε, με τη σειρά του, παρόμοια αγριότητα, όχι μόνον έναντι της δεξιάς, αλλά και των ίδιων των επαναστατών: οποιαδήποτε παραλλαγή, παρέκκλιση, διαφοροποίηση θα μπορούσε να εκληφθεί ως «δάκτυλος» του εχθρού.

Αυτό το κόμμα που σήμερα αρνείται να προτείνει οτιδήποτε εποικοδομητικό, που κολακεύει τον μικροαστό, που γιορτάζει τη μνήμη του Στάλιν και οργανώνει γιορτές μίσους σε πεδία του εμφυλίου πολέμου (όπως ακριβώς οι μοναρχοφασίστες), τυγχάνει ευρείας αναγνώρισης: μεταξύ άλλων, η θέση του ΚΚΕ στην Ελλάδα μαρτυρεί το πνευματικό μας επίπεδο και την ποιότητα των ηθών μας. Το ΚΚΕ έχει ιδιοποιηθεί και διαλύσει την έννοια της «αριστεράς»: στην ουσία, χρησιμοποιούμε τον όρο αμήχανα σαν ένα ιστορικό υπόλειμμα. Πώς να ορίσει κανείς μια πλευρά του πολιτικού φάσματος που υποστηρίζει τις ατομικές ελευθερίες, την ατομική πρωτοβουλία, την παιδεία, το κοσμικό κράτος, την ισότητα των ευκαιριών, την κοινωνική αλληλεγγύη, την ανακατανομή του πλούτου χωρίς ισοπέδωση, την αποστρατιωτικοποίηση, την οικολογία, τον συνδυασμό ελεύθερης αγοράς και κρατικών παρεμβάσεων, τον έλεγχο των γεννήσεων, τον πολιτισμό; 

Το ΚΚΕ δεν έχει καμιά σχέση με όλ’ αυτά: είναι κόμμα κοινωνικού και ιστορικού μίσους που εκφράζει τα μικρόψυχα συναισθήματα του χωριού και της υπανάπτυξης. Δεν είναι τυχαίο που επηρεάζει ακόμα και τους δεξιούς δημοσιογράφους οι οποίοι νιώθουν δέος μπροστά σ’ έναν τέτοιο μηχανισμό. Πιθανώς οι ίδιοι άνθρωποι νιώθουν δέος μπροστά σε παρελάσεις με το βήμα της χήνας· μπροστά στις στρατιωτικοπατριωτικές τελετουργίες στις οποίες επιδίδονται σε όλη τη διάρκεια της πρόσφατης ιστορίας οι φασίστες και οι σοσιαλφασίστες.

Πηγή:  Athens Voice, 20.10.2010   

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Σχετικά με τον Κίσινγκερ και τη Γνωστή Φράση για τους Έλληνες

Ο Κίσινγκερ κι εγώ

(του Γιάννη Μαρίνου)



«O Κίσινγκερ ζει, αυτός μας οδηγεί». Το διάσημο σλόγκαν το οποίο κυριαρχεί στις κηδείες θαυμαζόμενων προσωπικοτήτων στη σχιζοφρενική κοινωνία μας κυριαρχεί και πάλι αυτές τις ημέρες επ΄ ευκαιρία της νέας πολιτικής κίνησης «Σπίθα» που εξήγγειλε ο μεγάλος μας συνθέτης Μίκης Θεοδωράκης. Αναφέρομαι σε αποδιδόμενη στον διάσημο αμερικανό διπλωμάτη ρήση, που υποτίθεται ότι έχει ως εξής:

« Ο ελληνικός λαός είναι δυσκολοκυβέρνητος και γι΄ αυτό πρέπει να τον πλήξουμε βαθιά στις πολιτισμικές του ρίζες. Τότε ίσως συνετισθεί. Εννοώ δηλαδή να πλήξουμε τη γλώσσα,τη θρησκεία,τα πνευματικά και ιστορικά του αποθέματα, ώστε να εξουδετερώσουμε κάθε δυνατότητά του να αναπτυχθεί, να διακριθεί,να επικρατήσει, για να μη μας ενοχλεί στα Βαλκάνια,να μη μας παρενοχλεί στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή, κτλ. ».

Μολονότι ο κ. Κίσινγκερ δεν διακρίνεται για φιλικά αισθήματα προς την Ελλάδα και βαρύνεται για εχθρική πολιτική κατά της χώρας μας και της Κύπρου, δεν έχει προβεί ποτέ στην προαναφερθείσα δήλωση. Και αυτό μπορώ να το βεβαιώσω κατηγορηματικά, καθώς εγώ ο ίδιος που της έδωσα ευρεία δημοσιότητα με την υπογραφή «Κριτόβουλος» στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» διαπίστωσα τελικά ότι επρόκειτο για κατασκευασμένο από αγνώστους κείμενο για να ενοχοποιήσει τον αντιπαθή αμερικανό διπλωμάτη.

Το δημοσίευμά μου εκείνο χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον από διακεκριμένους αρθρογράφους, όπως ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς, ο αείμνηστος Μάριος Πλωρίτης και ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρ. Σαρτζετάκης με τον πιο ακραίο αρνητικό σχολιασμό. Αποτέλεσμα η αστραπιαία ένταξή του στο αντιαμερικανικό οπλοστάσιό μας ως και σήμερα.

Καθώς υπήρξαν αμφισβητήσεις της γνησιότητας του κειμένου, επιδόθηκα σε εμπεριστατωμένη διερεύνηση του θέματος και στις επαρχιακές εφημερίδες «Δικαίωμα» και «Χρόνος» που το είχαν πρωτοδημοσιεύσει και στην αγγλόγλωσση τουρκική εφημερίδα «Τurkish Daily Νews», από την οποία υποτίθεται ότι το αναδημοσίευσαν. Σε επιτόπια έρευνά μου στην Κωνσταντινούπολη με τη βοήθεια του εκεί συναδέλφου Αλκη Κούρκουλα, προέκυψε ότι στο φύλλο της 17.2.1997, όπου υποτίθεται ότι δημοσιεύθηκε η επίμαχη δήλωση, τίποτε σχετικό δεν υπήρχε. Κατόπιν αυτού έστειλα επιστολή στον κ. Κίσινγκερ ζητώντας του να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει τα αποδιδόμενα σε αυτόν ανθελληνικά σχόλια, που περιέχονταν σε ομιλία του σε εκδήλωση βράβευσής του. Μου απάντησε ως εξής: « Αγαπητέ κύριε Μαρίνο. Ευχαριστώ για την επιστολή σας. Οσον αφορά το απόσπασμα που δημοσιεύσατε,ούτε τελετή βράβευσής μου υπήρξε, ούτε ομιλία μου και το προβαλλόμενο απόσπασμα είναι εξ ολοκλήρου αναληθές. Η όλη ιστορία είναι καθαρό εφεύρημα και αναμένω ότι θα προβείτε σε διόρθωση. Καθώς είσθε ο πρώτος που με πληροφορεί από πού προήλθε το δημοσιευθέν απόσπασμα, μόλις σήμερα είχα την ευκαιρία να προβώ σε διόρθωση προς την “Τurkish Daily Νews” και αυτό έπραξα. Ειλικρινά δικός σας. Χένρι Κίσινγκερ».

Το ίδιο έπραξα αμέσως κι εγώ με εκτενές κείμενο στον «Οικονομικό Ταχυδρόμο» στις 13.11.1997, με επιστολή μου στην «Καθημερινή» και με τηλεφωνήματα προς κάθε κατεύθυνση, καθώς η δήθεν δήλωση Κίσινγκερ είχε προκαλέσει και δημόσιες αντιπαραθέσεις, οξύτατες και υβριστικές μεταξύ κορυφαίων προσωπικοτήτων του τόπου. Δυστυχώς αγνοήθηκα. Το διαψευσθέν ως κείμενο Κίσινγκερ είχε εμπλουτίσει πια το οπλοστάσιο των αρεσκομένων σε συνωμοσιολογία νεοελλήνων κατά της υπερδύναμης και των ανθελληνικών σχεδίων της (όχι πάντοτε αβάσιμων πάντως), άρεσε ως όπλο της αντιαμερικανικής φιλολογίας και υπήρξε γενική άρνηση να το εγκαταλείψουν.

Μάλιστα κι εγώ, που καλοπίστως δημοσίευσα την ανύπαρκτη ομιλία Κίσινγκερ, αντιμετωπίστηκα εχθρικά στην προσπάθειά μου να αποκαταστήσω την αλήθεια. Η συκοφαντία αυτή άρεσε και επαναλαμβανόμενη έγινε εθνικό κεκτημένο. Πολύ περισσότερο που δικαίωσε και τον πάντοτε λατρευόμενο στην Ελλάδα Λένιν, ο οποίος φέρεται ειπών πρώτος ότι «αν θέλεις να αλώσεις έναν λαό, κατάστρεψε τη γλώσσα του».

Πηγή:  Το Βήμα, 17.12.2010

Πέμπτη 9 Δεκεμβρίου 2010

Χωρίς Σύνορα δεν μπορεί να υπάρξει Επικοινωνία

(του Ρεζί Ντεμπρέ)

Ζαν-Κλοντ Ρασπιενζά (Jean-Claude Raspiengeas, JCR): Όλος ο κόσμος αναγγέλλει την ανάγκη να καταργηθούν τα σύνορα και καμαρώνει πως είναι «χωρίς σύνορα» κι έρχεστε τώρα εσείς, και πλέκετε το εγκώμιό τους! Κατ' αρχήν, πώς ορίζετε την έννοια «σύνορο»;

Ρεζί Ντεμπρέ (Régis Debray, RD): Το σύνορο είναι ένας χώρος διέλευσης και ανταλλαγής. Το καλώς εννοούμενο σύνορο είναι γόνιμο, ένθεν-κακείθεν. Κάθε ζωντανός οργανισμός διαθέτει σύνορα. Το δέρμα αίφνης, είναι το πρώτο... Η ρύθμιση του διαχωρισμού μεταξύ του «μέσα» και του «έξω» είναι εκ των ων ουκ άνευ όρος για κάθε μορφή ζωής. Αποτελεί επίσης την πρώτη (θα έλεγα την «επιδερμική») προϋπόθεση για να υπάρξει ανθρώπινη κοινωνία. Εγώ δεν είμαι «ξένος», κι εκείνος δεν είναι εγώ.

Αν κατηγορώ για κάτι τη σημερινή δύση, είναι η υπεροψία της: είμαι ο φορέας παγκοσμίων αξιών, είμαι η αυτοκρατορία του Καλού, άρα κάθε ξένος οφείλει να μου μοιάσει. Ακόμα και στο χώρο του, κινούμαι λες κι είμαι στο χώρο μου. Ο κόσμος μου είναι ολόκληρος ο κόσμος. Με στέλνουν στο Αφγανιστάν και πρέπει να περάσουν χρόνια πριν συνειδητοποιήσω πως εκεί δεν είμαι παρά ένας ξένος.

Το εγκώμιο στα σύνορα είναι άρα ένα εγκώμιο στην ταπεινότητα. Αγαπώ πολύ αυτό το λόγο του Ζακ Μπουρμπόν-Μπισέ (Jacques Bourbon-Busset): «οι όχθες είναι οι προϋποθέσεις του ποταμού. Εγκλωβίζοντάς το, το εμποδίζουν να γίνει βάλτος». Χωρίς την ύπαρξη ορίων, δεν μπορούμε ούτε καν να συλλάβουμε έννοιες σαν τη φιλοξενία και την υποδοχή.

Αξίζει τον κόπο να προβληματιστούμε γιατί η ιστορία του ανθρώπου αρχίζει με τον καθορισμό συνόρων: σκεφτείτε τα αρχαιολογικά ευρήματα ορίων -ή τις ατέλειωτες περιγραφές συνόρων στη Βίβλο...

JCR: Αλλά πώς αντιμετωπίζετε την πάνδημη επιθυμία, που εκδηλώθηκε μετά το Β' παγκόσμιο πόλεμο, να καταργηθούν τα σύνορα, που ταυτίστηκαν τότε με τον πόλεμο;

RD: Ήταν μια αγαθή, αλλά λανθασμένη ιδέα. Καλή γειτονία μεταξύ λαών υπάρχει μόνο εφόσον δεν υπάρχουν εδαφικές διεκδικήσεις μεταξύ τους. Εμείς προσπαθούμε να καταστρέψουμε κάτι, απλά αντικαθιστώντας το: αλλά καταργώντας τα σύνορα της γεωγραφίας, το μόνο που πετυχαίνουμε είναι να τα μεταθέτουμε αλλού.

Όλες οι διαμάχες στο σημερινό κόσμο αφορούν τον έλεγχο εδαφών και λαών. Έχοντας αποβάλει την έννοια «σύνορο» από το σκεπτικό της, η Ευρώπη απλά αδυνατεί να λειτουργήσει ως παγκόσμια ισχύς, ακόμα και ως ενιαία οντότητα. Το παράδοξο με την οριοθέτηση, είναι πως εμπεριέχει την υπερβατικότητα: το αποδεικνύουν τα μοναστήρια· δεν είναι τυχαίο πως όλοι οι ιεροί τόποι είναι αυστηρά οριοθετημένοι. Η περιχαράκωση στο χώρο είναι ένας τρόπος να μπορεί να υπάρξει προέκταση στο χρόνο· είναι προϋπόθεση για το «άνω θρώσκειν». Θεωρώ πως ένα από τα «κλειδιά» της ανθρωπολογίας των θρησκειών είναι αυτό το παράδοξο συμπέρασμα, πως το άπειρο μας έρχεται μόνο μέσω του περιορισμού.

JCR: Παρ' όλα αυτά, μια Ευρώπη χωρίς σύνορα ήταν ένα ωραίο όνειρο...

RD: Πράγματι, υπό τον όρο πως ξέρει από πού αρχίζει και πού τελειώνει. Συνειδητοποιεί τι είναι αυτό που την προσδιορίζει. Χωρίς αυτά δεν υπάρχει κοινή προοπτική -κι έχουμε μια Ευρώπη-φάντασμα.

JCR: Πότε και πώς σκεφτήκατε πως η απουσία συνόρων μπορεί να είναι επικίνδυνη;

RD: Αναμφίβολα στη Μέση Ανατολή. Εκεί συνειδητοποίησα πως το πρώτο βήμα για την ειρήνη δε θα μπορούσε να είναι άλλο από τον προσδιορισμό των συνόρων μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης. Η απουσία τους τα αποσταθεροποιεί όλα. Τελικά αυτό που συνέβη είναι πως ο ισχυρός ανέγειρε ένα τείχος, ενάντια στον αδύναμο. Αλλά το τείχος είναι το αντίθετο του συνόρου: το σύνορο είναι παράγων επικοινωνίας και αναγνώριση του άλλου, του δικαιώματός του να υπάρχει.

JCR: Γιατί όμως υπάρχει αυτή η εσωτερική ανάγκη για σύνορα;

RD: Γιατί προσφέρει περιεχόμενο. Ο άνθρωπος είναι ένα ον «ενδιαιτητικό». Γεννιέται σε ένα σάκο, χρειάζεται να διασχίσει σύνορα για να βγει στον κόσμο. Όλη του τη ζωή νοσταλγεί την ενδομήτρια ασφάλεια. Ο ύπνος είναι ένα είδος επιστροφής στη μήτρα. Η εστία, η κατοικία, το σπίτι (το «home, sweet home») είναι όλα μητρικοί χώροι. Για να ανοιχτούμε στον άλλο, χρειαζόμαστε μια βάση, ένα «δικό μας» μέρος.

JCR: Αν κάποιος σας κατηγορήσει πως αυτή σας η προσπάθεια για παλινόρθωση των συνόρων δεν είναι παρά η εκδήλωση μιας φοβικής αναδίπλωσης, τι θα απαντήσετε;

RD: Πως τα χειρότερα συναισθήματα τα προκαλεί η απουσία συνόρων: πυροδοτεί στους μεν μια ακόρεστη δίψα για κατάκτηση, στους δε μια υποτακτικότητα -ανάμεικτη με μνησικακία. Χρειάζεται να μπουν όρια στην αλαζονεία των ισχυρών. Εξάλλου, ουδέποτε η ανθρωπότητα παρήγαγε τόσα σύνορα όσα σήμερα: διαρκώς οριοθετούμε και χαρτογραφούμε, ακόμα και τους ωκεανούς!

Δείτε άλλη μια συνέπεια αυτής της οπισθοδρομικής προόδου, αυτής της πλανητικής βαλκανοποίησης: όταν επιβάλλεται μια παγκόσμια τεχνοοικονομική τυποποίηση, ως αντίδραση στον ίλιγγο της ανωνυμίας, της αδιαφορίας, της απουσίας της αίσθησης του ανήκειν, κατασκευάζονται «εκ των ενόντων» φαντασιακές καταγωγές, αναζωπυρώνονται ξεχασμένα ήθη και έθιμα, εφευρίσκεται με άλλα λόγια, σχεδόν «εκ του μηδενός», μια «ταυτότητα», που είναι ως επί το πλείστον άσχετη με την πραγματικότητα.

Στη «μεσολογία» αυτό αποκαλείται «φαινόμενο τζόκινγκ»: σε αντίθεση με τις προβλέψεις της δεκαετίας του 1930 που εκτιμούσε πως οι άνθρωποι θα εξελιχτούν σε «ανθρώπους-κορμούς», χωρίς κάτω άκρα (που θα τους ήταν άχρηστα στα αυτοκίνητά τους), αυτό που συνέβη είναι πως οι άνθρωποι ουδέποτε έτρεχαν τόσο πολύ όσο σήμερα!

Ο λεγόμενος πλανητικός άνθρωπος, ο κοσμοπολίτης, επιστρέφει στο έθνος, στην κοινότητα, στη θρησκεία, με την ίδια ταχύτητα που παγκοσμιοποιούνται τα εργαλεία και τα αντικείμενα που χρησιμοποιεί! Κάθε τεχνοοικονομική πρόοδος συνεπάγεται μια πολιτική-πολιτιστική παλινδρόμηση. Οι «ταυτοτικές» εξεγέρσεις συνδέονται με τη διαρκή τριβή μεταξύ των διαφορετικών ταυτοτήτων. Ιδού ποια είναι η αξιοδάκρυτη μεν, αλλά αναπόφευκτη συνέπεια του χαζοχαρούμενου μεταναστευτικού μελό. Ο φονταμεταλισμός μοιάζει με δερματικό νόσημα: όπου υπάρχει τριβή, εμφανίζεται έκζεμα. Όρα, η άνοδος των άκρων.

Όσο πολυπληθέστεροι είναι οι μετακινούμενοι πληθυσμοί, τόσο συχνότερες θα είναι «ταυτοτικές» συσπάσεις. Ο αμνήμων νομάδας που κινείται αδέσμευτος, που δε φέρεται πια από μια κοιτίδα συνηθειών και ενσωματωμένων αναμνήσεων, έχει ζωτική ανάγκη να οικοδομήσει τη μοναδικοτητά του, με ένα «κίπα», με ένα ευδιάκριτο σταυρό στο στήθος, με μια μαντίλα που θα καλύπτει τα μαλλιά της γυναίκας του... Κι αυτή δεν είναι η πλέον αγαθοεργής μορφή συνόρων...

Ο Régis Debray είναι συγγραφέας και διανοούμενος

Πηγή:  La Croix, 06.12.2010  μέσω www.ppol.gr

Γιατί επελέγησαν η Ρωσία και το Κατάρ για Διοργάνωση Μουντιάλ?

Γιατί επελέγησαν η Ρωσία και το Κατάρ να διοργανώσουν τα παγκόσμια κύπελλα ποδοσφαίρου του 2018 και του 2022; 



(του Πασκάλ Μπονιφάς


Η επιλογή της ΦΙΦΑ ανταποκρίνεται σε δύο στόχους:
  • Την παγκόσμια ηγεμονία του ποδοσφαίρου και
  • Την εξασφάλιση πως τα επόμενα μουντιάλ θα διοργανωθούν υπό τις καλύτερες προϋποθέσεις
Επιλέγοντας τη Ρωσία και το Κατάρ, χώρες που ουδέποτε διοργάνωσαν στο παρελθόν παγκόσμια κύπελλα και όπου το ποδόσφαιρο δεν είναι τόσο κυρίαρχο όσο στην Ευρώπη, η ΦΙΦΑ οδεύει προς καινούργιες κατακτήσεις: διευρύνει την επικράτεια του ποδοσφαίρου.

Οι επιλογές της έχουν γεωπολιτική διάσταση. Σηματοδοτούν πως ο κόσμος του αθλητισμού καθίσταται πολυπολικός. Το 2022 θα διεξαχθεί το πρώτο παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου σε αραβική χώρα και στη Μέση Ανατολή! Η δύση παύει πια να είναι κυρίαρχη, τόσο γεωπολιτικά, όσο και αθλητικά.

Εξίσου αποφασιστικό στην επιλογή των διοργανωτών αυτών ήταν το κριτήριο της πολιτικής σταθερότητας. Έστω και αν προς το παρόν η Ρωσία και το Κατάρ εμφανίζουν έλλειμμα ως προς τις υπάρχουσες υποδομές τους, ουδείς αμφιβάλει για την οικονομική τους δυνατότητα να διοργανώσουν εξαιρετικά πετυχημένα παγκόσμια κύπελλα. Κατά τα άλλα, γνωρίζουμε αρκετά καλά ποιοι θα κυβερνούν τη Ρωσία και το Κατάρ το 2018 και το 2022. Γνωρίζουμε επίσης πως οι ηγέτες αυτοί -ο εμίρης του Κατάρ και ο Ρώσος πρωθυπουργός- επιθυμούσαν προσωπικά διακαώς την ανάληψη της διοργάνωσης των μουντιάλ από τις χώρες τους. Είναι αμφότεροι φανατικοί ποδοσφαιρόφιλοι: θέτουν τον αθλητισμό στην καρδιά της διπλωματίας τους και χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως διπλωματικό τους όπλο, κάτι που καθησυχάζει τη ΦΙΦΑ.

Στις περισσότερες από τις ατυχείς συνυποψήφιές τους (τη Μεγάλη Βρετανία, τις ΗΠΑ, την Ισπανία και την Πορτογαλία) η εναλλαγή στην εξουσία καθιστά αβέβαιη την απερίσπαστη κυβερνητική δέσμευση υπέρ της διεξαγωγής αυτών των διοργανώσεων.

Πόσο μάλλον που σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, η ΦΙΦΑ δεν ένιωθε εξασφαλισμένη πως τα κράτη αυτά θα συνέχιζαν, σε 8 ή σε 14 χρόνια, να διαθέτουν την πολιτική βούληση να δαπανήσουν τα χρειαζούμενα ποσά για τις απαραίτητες νέες υποδομές. Θεωρήθηκε πως οι -σύμφυτες με τη δημοκρατία- πολιτικές εντάσεις, θα μπορούσαν να υπονομεύσουν την ομαλή διεξαγωγή αυτών των σημαντικών αθλητικών γεγονότων. Ήδη στην Ουκρανία , που έχει αναλάβει τη διοργάνωση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος του 2012, οι εσωτερικές πολιτικές διαφωνίες προβάλλουν ανησυχητικές.

Η ΦΙΦΑ λοιπόν επέλεξε τη σιγουριά. Από την άλλη, πρόκειται δίχως άλλο για εξόχως τολμηρές αποφάσεις. Αναμέναμε μάλλον ένα δίδυμο Μεγάλης Βρετανίας-ΗΠΑ. Θεωρώ πως η διεθνής ομοσπονδία είχε πλήρη συνείδηση των επικρίσεων που θα συναντούσε η τελική της απόφαση, αλλά αισθανόταν αρκετά ισχυρή για να τις αντιμετωπίσει.

Ο
Pascal Boniface είναι διευθυντής του ινστιτούτου «διεθνών και στρατηγικών σχέσεων» (IRIS) του Παρισιού και συγγραφέας του βιβλίου «ποδόσφαιρο και παγκοσμιοποίηση»


Πηγή: La Croix, 10.10.2010  μέσω www.ppol.gr

Ο Mπερλουσκονισμός ετοιμάζεται για τα Bιβλία Iστορίας


(του Αντόνιο Γκιμπέλι)


'Αντρεα Φαμπότσι (Andrea Fabozzi, AF): Λοιπόν, βιώνουμε πράγματι το λυκόφως του μπερλουσκονισμού;

Αντόνιο Γκιμπέλι (Antonio Gibelli, AG): Όταν μιλάμε για παρακμή του Μπερλουσκόνι (Berlusconi), είναι προτιμότερο να μην ψάχνουμε τόσο τη μέρα της πτώσης του, όσο να σκεφτόμαστε με όρους της «εκ των έσω» κατανάλωσής του, «έσ-ρηξής» του. Το μόνο σίγουρο είναι πως το πλαίσιο που ευνόησε την επιτυχία του Μπερλουσκόνι δεν υπάρχει πια. Η ιστορική λειτουργία του Μπερλουσκόνι εξαντλείται, ανεξαρτήτως των κινήτρων ή των συμφερόντων του.

Η λειτουργία του ήταν να πληρώσει ένα κενό, να ενοποιήσει τα ρεύματα της δεξιάς και να τα οδηγήσει προς τη νίκη, σε μια μετάβαση ιστορικών διαστάσεων, ενώ το παλιό πολιτικό σύστημα κατέρρεε. Το κενό συμπληρώθηκε, οι δεξιές νίκησαν και να 'τες πάλι που αλληλοφαγώγονται.

Η πιο σημαντική διαχωριστική γραμμή στο εσωτερικό της παράταξης είναι εκείνη μεταξύ της θριαμβεύτριας, λαϊκίστικης και ουσιωδώς αντικαθεστωτικής δεξιάς του Μπερλουσκόνι και μιας άλλης δεξιάς, που τη ενσαρκώνει ο Τζιανφράνκο Φίνι (Gianfranco Fini), που βρίσκεται ακόμα στη φάση της κύησης, ασπάζεται τη συνταγματική νομιμοφροσύνη και θέλει να δείχνει σεβασμό στους θεσμούς και τη νομιμότητα, βρισκόμενη στους αντίποδες του Μπερλουσκόνι.

AF: Όταν λέτε πως «το πλαίσιο που ευνόησε την επιτυχία του Μπερλουσκόνι δεν υπάρχει πια», εννοείτε πως η ιταλική πολιτική άλλαξε σταδιακά, σε βαθμό να βρίσκεται σε κρίση ακόμα και το μοντέλο του «χαρισματικού» αρχηγού;

AG: Όχι. Πολλά από τα στοιχεία που τροφοδότησαν τον μπερλουσκονισμό εξακολουθούν να υφίστανται: ο προσωποκεντρισμός της εξουσίας, η αποδυνάμωση των κομμάτων, οι αντιπολιτικές τάσεις, η πρωτοκαθεδρία της τηλεόρασης. Αλλά κατά τη γνώμη μου ο μπερλουσκονισμός είναι μια ακραία, παθολογική εκδοχή αυτών των στοιχείων. Κατά πάσα πιθανότητα θα κατορθώσουν να επιβιώσουν και χωρίς τον Μπερλουσκόνι, αλλά εξασθενημένα, λιγότερο καταστροφικά, πιο συμβατά με τη φιλελεύθερη δημοκρατία. Παρόντος του Μπερλουσκόνι, που θεωρεί το κράτος ιδιοκτησία του, οδηγούν σε δυσλειτουργία το δημοκρατικό καθεστώς.

Κατά τα άλλα, η «νέα σελίδα της ιταλικής ιστορίας» έχει χάσει σε φρεσκάδα και αξιοπιστία  δεν ενθουσιάζει πλέον. Μέχρι κι ο βασικός της πρωταγωνιστής έχει χάσει σε λάμψη, ακόμα και στο επίπεδο της εξωτερικής εμφάνισης, στην οποία τόσο πολύ είχε επενδύσει. Έχει βαρύνει, το πρόσωπό του δεν είναι πια ελκυστικό αλλά σκληρό, σχεδόν διαβλέπει κανείς το μαρτύριό που περνάει, φαίνεται αδέξιος, ζορισμένος. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα προπαγανδιστικά βιβλία (σύντομα αγιογραφικά κείμενα που διανέμονται δωρεάν σε εκατομμύρια νοικοκυριά) «μια ιταλική ιστορία» (una storia italiana, 2001), «η πραγματική ιταλική ιστορία» (la vera storia italiana, 2006), «Σίλβιο, σε αγαπούμε» (noi amiamo Silvio, 2009). Αρχικά απεικονιζόταν σε ένα έκδηλα εορταστικό πλαίσιο, γεμάτο ελαφρότητα, με φόντο γεμάτο λουλούδια. Σήμερα κυριαρχούν οι σκούροι τόνοι, ενώ το όργιο των παρεμβάσεων στην εικόνα και το πρόσωπό το τον έχουν καταντήσει να μοιάζει με κέρινη κούκλα. Συναντούμε εδώ το όριο των δυνατοτήτων της «αποκατάστασης» της εικόνας ενός προσώπου: αποδεικνύεται πως ο μόνος τρόπος να συντηρηθεί επ' άπειρον ένα σώμα, εξακολουθεί να είναι η ταρίχευση, όπως επί Λένιν (Lenin).

AF: Είναι τυχαίο που η παρακμή του Μπερλουσκόνι ξεκίνησε με την αποκάλυψη ενοχλητικών λεπτομερειών της προσωπικής του ζωής;

ΑG: Είμαι πεπεισμένος πως οι αποκαλύψεις αυτές βάρυναν τελικά πολύ περισσότερο από ότι υποθέταμε αρχικά. Η εικόνα του υπέστη ανεπανόρθωτη βλάβη, λες και τονίστηκαν υπερβολικά όλες οι λεπτομέρειές της. Αυτή του η ικανότητα να πετυχαίνει σε όλα, να παρευρίσκεται σε όλα τα πάρτι, να συνοδεύεται από πλήθη γυναικών, κάποια στιγμή ξεπέρασε κάθε μέτρο. Έτσι σήμανε η αρχή του τέλους: καμιά φορά, οι μυθολογίες καταρρέουν από την υπέρμετρη αντήχησή τους. Σύμφωνα με την ωραία εικόνα της ιστορικού Λουίζα Πασερίνι (Luisa Passerini) αναφορικά με το Μουσολίνι (Mussolini), οι μύθοι αυτού του τύπου φουσκώνουν, φουσκώνουν, φουσκώνουν -και κάποια στιγμή σκάνε. Όταν δημοσιοποιήθηκε η υπόθεση της Νοέμι (Noemi Letizia), άρχισα να σκέφτομαι πως έφτανε η ώρα να «σκάσει» κι ο Μπερλουσκόνι.

AF: Η ξενοφοβία της «λέγκα» (LN) μπορεί να αντικαταστήσει τον μπερλουσκονισμό;

AG: Προς το παρόν, η LN δεν είναι διάδοχος, αλλά συνέταιρος. Οι δύο κυβερνητικοί εταίροι, η LN και ο «λαός της ελευθερίας» (PDL) έχουν ανταγωνιστική, αλλά και συμβιωτική σχέση. Η LN είναι ένα κόμμα ξενόφοβο, εθνοκεντρικό, θεμελιωδώς αποσχιστικό, που στρατηγικά αποβλέπει στη μετατροπή της Παδανίας σε κράτος. Ο PDL είναι ένα κόμμα συνδεδεμένο με τη κεντρική εξουσία, αλλά που λειτουργεί και σαν... συνήγορος του πρωθυπουργού. Θα έλεγα πως ταιριάζουν μια χαρά! Είναι οι δύο πυλώνες μίας ενιαίας καταστροφικής εκτροπής.

AF: Πού βρίσκεται όμως η «θύρα εξόδου» από τον μπερλουσκονισμό; Είναι μήπως η ίδια από την οποία μπήκαμε, εκείνη του ελέγχου του κοινοβουλίου από τα κόμματα;   

AG: Οι ιστορικοί γνωρίζουμε πως η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Ακόμα και η «παλινόρθωση», μετά το Ναπολέοντα (Napoleon), μόνο κατ' όνομα ήταν κάτι τέτοιο. Αποκλείω απολύτως κάθε επιστροφή στο παρελθόν -χωρίς καν να ξέρω αν αυτό είναι θετικό ή αρνητικό. Δεν πιστεύω πως η κομματοκρατία μπορεί να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Αντιθέτως, προκειμένου να αποφύγει την πλήρη αποσύνθεσή της, θα αναγκαστεί να σκεφτεί με καινούργιο τρόπο: τα παλιά κόμματα, με τις σκληρές δομές και τη κάθετη διάρθρωση δεν έχουν πια κανένα νόημα.

AF: Αν η «λέγκα» και ο μπερλουσκονισμός είναι προορισμένα να συνεχίσουν να βαδίζουν χέρι-χέρι, πόσο πιθανό είναι να τα δούμε με επικεφαλής τον γιο και την κόρη των ιδρυτών τους;

AG: Σε τέτοια προσωποκεντρικά κινήματα, δεν είναι ασφαλώς δυνατό να σκεφτόμαστε τη διαδοχή με φυσιολογικούς όρους. Συχνά η διαδοχή γίνεται με μοναρχικούς όρους, αλλά με αποτελέσματα που στη συγκεκριμένη περίπτωση θα χαρακτήριζα γελοία όσον αφορά το γιο του Μπόσι (Bossi) -τον 22χρονο Ρένζο (Renzo), που απέτυχε τρεις φορές να πάρει το απολυτήριο λυκείου- και αβέβαια όσον αφορά την Μαρίνα Μπερλουσκόνι (Marina Berlusconi): ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι δεν μπορεί να έχει διάδοχο. Πρόκειται για ανεπανάληπτη περίπτωση!

Ο
Antonio Gibelli είναι καθηγητής ιστορίας στο πανεπιστήμιο της Γενεύης
 
Πηγή:  Il Manifesto / Courrier International, 26.11.2010  μέσω www.ppol.gr

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Πως Ματαιώνονται τα Έργα Κοινής Ωφελείας στην Ελλάδα

Edito

(Του Φώτη Γεωργελέ)

Δεν ήμουνα ποτέ από τους φανατικούς οπαδούς του Μεγάλου Πάρκου στο Ελληνικό, του «μεγαλύτερου στον κόσμο», μεγαλύτερο από το Σέντραλ και το Χάιντ Πάρκ μαζί. Γιατί τα «μεγαλύτερα στον κόσμο» είναι καλά για να παίζει ο Ψωμιάδης με το μεγαλύτερο χαρταετό του κόσμου, ο Αβραμόπουλος με το μεγαλύτερο χριστουγεννιάτικο δέντρο του κόσμου. Στην πραγματική ζωή όπου ακούς υπερβολές, υποκρύπτονται ακινησία και κρυμμένες επιδιώξεις.

Δεν ήμουν οπαδός, όχι γιατί δεν χρειάζεται πάρκα η Αθήνα. Αλλά γιατί μεγάλωσα, είδα και έμαθα πώς παίζεται το παιχνίδι. Βλέπεις, ας πούμε, εδώ παρακάτω ένα ερείπιο και λες δεν το παίρνει ο Δήμος να κάνει ένα γηπεδάκι με μπασκέτες, φώτα και περίφραξη, να παίζουν όλη μέρα κι όλη νύχτα μπάσκετ τα παιδιά της γειτονιάς, να ζωντανέψει ο τόπος; Η κλασική συντήρηση θα έλεγε αμέσως, διαφυγόντα κέρδη, να το κάνουμε πάρκινγκ. Η συντήρηση όμως έχει προοδεύσει, δεν μιλάει πια έτσι, είναι αναπτυξιακή, μοντέρνα, οικολογική, προοδευτική. Θα εμφανιστεί αμέσως η φυλή των «πιο». Είναι πιο φίλοι του λαού, πιο οραματικοί, πιο ριζοσπαστικοί. Ο δήμαρχος θα πει, έχουν ανάγκες οι δημότες μου, να κάνουμε έναν πολυχώρο νεολαίας και άθλησης, να απαλλοτριώσουμε ολόκληρο το τετράγωνο, να χτίσουμε δημαρχιακά μέγαρα. Οι πιο φίλοι του λαού θα κάνουν ρελάνς, θα ζητήσουν ένα γήπεδο 35.000 θέσεων για να παίζει ο Αστέρας Εξαρχείων και βοηθητικά γήπεδα να αθλούνται τα παιδιά της γειτονιάς. Οι πιο οικολόγοι θα ζητήσουν την υπογειοποίηση της Ακαδημίας, γκαζόν και ποδηλατόδρομους. Οι κάτοικοι θα κάνουν προσφυγές εναντίον των απαλλοτριώσεων, το Συμβούλιο Επικρατείας θα βγάζει αποφάσεις, θα ακυρώνει, εφέσεις, αναιρέσεις. Μίζες, μεγαλοεργολάβοι, τα χρόνια θα περνάνε, το ερείπιο θα γκρεμίζεται, πρεζόνια, η γειτονιά υποβαθμίζεται, εταιρείες real estate αγοράζουν φτηνά, δεκαετίες, οράματα, τηλεοπτικές εκπομπές, κυβερνήσεις θα αλλάζουν, ο καθένας θα προσπαθεί να πάρει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα. Εσύ θα λες, ένα γηπεδάκι μπάσκετ ήθελα, τι το ’θελα; Έτσι γίνονται τα πράγματα σ’ αυτή τη χώρα. 

Νομίζω το ίδιο άρθρο το είχα γράψει πριν 10 χρόνια. Την εποχή των μεγάλων οραμάτων για το μεγαλύτερο πάρκο του κόσμου. Φανταζόμουν τη συνέχεια. Δήμαρχοι θα διεκδικούν κομμάτια γιατί έχουν ανάγκες –πάντα– οι δημότες τους. Υπουργοί θα σχεδιάζουν δρόμους ταχείας κυκλοφορίας που θα περνάνε από μέσα, λίγο από μέσα. Επιτήδειοι θα απαλλοτριώνουν σιγά-σιγά τμήματα με τη βοήθεια δικηγόρων βουλευτών, αρχιμανδρίτες θα κάνουν real estate, δημόσιες επιχειρήσεις θα ερίζουν σε ποιον ανήκει το κάθε κομμάτι. Ο δημόσιος διάλογος, πάντα αποπροσανατολισμένος, θα συζητάει αν θα αξιοποιηθεί η δημόσια περιουσία ή αν θα προτάξουμε περήφανα τα στήθη μας αντίθετοι σε κάθε «εκποίηση δημόσιας γης». Όλοι, υπέρ και κατά, στην αξιοποίηση αποβλέπουν, απλώς διαφωνούν στο υποκείμενο. Θα είναι επιχειρηματίες ή ο ηγούμενος Εφραίμ με τον Αρσένιο και το Μέγαρο Μαξίμου; Η κρατική και κομματική γραφειοκρατία θα κερδίσει περισσότερα ή η ιδιωτική αγορά;

Χαμένοι μέσα στα ψεύτικα διλήμματα, δεν συζητάμε ποτέ την ουσία, τι θέλουμε, τι πρέπει να κάνουμε, ποια είναι η καλύτερη αξιοποίηση δηλαδή του Ελληνικού για την Αθήνα. Χαμένοι στα συνθήματα, βλέπουμε τα χρόνια να περνούν, δεν κάνουμε τίποτα μέχρι που χρεοκοπούμε και πια είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε οτιδήποτε.

Γιατί αν δεν ήμασταν έτσι, ήδη από την αρχή της δεκαετίας θα είχαμε συζητήσει μερικές λογικές και ρεαλιστικές προτάσεις, θα είχαμε αξιοποιήσει τα ίσαμε 300 κτίρια που έχει μέσα το Ελληνικό συγκεντρώνοντας υπηρεσίες και αποφορτίζοντας όλες τις γύρω περιοχές, θα είχαμε κάνει μερικά πάρκα αναψυχής, νεροτσουλήθρες και ενυδρεία να βγάζουν λεφτά και να συντηρούν τα υπόλοιπα, ίσως να είχαμε κρατήσει κι έναν αεροδιάδρομο για ώρα ανάγκης και το υπόλοιπο θα το ’χαμε πνίξει στο πράσινο. Και θα ’μασταν ευχαριστημένοι και θα ’χαμε κάνει κάτι. Τώρα δεν έχουμε κάνει τίποτα. Και φτάσαμε στην κατάσταση να βρίσκουμε επενδυτή χωρίς να ξέρουμε σε τι θα επενδύσει. Αντί να καθορίσουμε εμείς την επένδυση και μετά να ψάξουμε τον επενδυτή.

Έλειψα μερικές μέρες κι όταν γύρισα βρήκα τους τεράστιους τίτλους των εφημερίδων για την Αθήνα που θα γίνει Λας Βέγκας από το σεΐχη του Κατάρ, ο οποίος θα κάνει την κολοσσιαία επένδυση που χρειάζεται η χρεοκοπημένη μας χώρα. Δεν τα πιστεύω όλα αυτά για το Λας Βέγκας, ελπίζω ότι είναι οι συνηθισμένες ηλιθιότητες των media που λειτουργούν με κλισέ. Γιατί σήμερα καμία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα δεν γίνεται Λας Βέγκας, ούτε το ίδιο το Λας Βέγκας δεν θέλει να είναι Λας Βέγκας, γκρεμίζει τα φαραωνικά ξενοδοχεία με φαντασμαγορικές ανατινάξεις που δείχνουν οι τηλεοράσεις. 

Όμως τις φοβάμαι τις ποολύ-πολύ μεγάλες επενδύσεις. Γιατί χρειάζονται και μεγάλες αποσβέσεις, χρειάζονται ξενοδοχεία-ουρανοξύστες, καζίνα, τζετ-σετ αεροδρόμια, γήπεδα γκολφ και πισίνες. Κι αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Αθήνα σήμερα. Χρειάζεται το ακριβώς αντίθετο. Ένα παραλιακό μέτωπο ανοιχτό, φιλικό, γοητευτικό, που θα τη βοηθήσει να γίνει ο πιο ελκυστικός προορισμός της Μεσογείου. Η Αθήνα δεν πρέπει να γίνει Κανκούν, πρέπει να γίνει Παρίσι. Χάσαμε 10 χρόνια και τώρα συζητάμε με τριτοκοσμικούς όρους. Ακόμα και σήμερα δεν ξέρουμε τι θέλουμε.

Πηγή:  Athens Voice, 29.09.2010

Τετάρτη 1 Δεκεμβρίου 2010

Η Μεταμφιεσμένη Πραγματικότητα της Ελλάδας

Edito

(Του Φώτη Γεωργελέ)

Αν σταθείς σ’ ένα φανάρι και χαζεύεις τ’ αυτοκίνητα θα διαπιστώσεις ότι ζώνη δεν φοράει ούτε ένας στους 10 οδηγούς.  Πάνε 2-3 χρόνια που είχαν ανακοινωθεί τα νέα μέτρα υποχρεωτικής χρήσης ζώνης με απειλή αυστηρού προστίμου 700 ευρώ. Τα ΜΜΕ επικροτούσαν και μόνο ένας έρημος συγκοινωνιολόγος που, λυπάμαι, δεν θυμάμαι τώρα το όνομά του, έλεγε ότι αυτό δεν είναι ένα μέτρο προστασίας αλλά περαιτέρω διαφθοράς. Γιατί η απαγόρευση για να λειτουργήσει χρειάζεται μικρά πρόστιμα και συνεχή αστυνόμευση, ώστε ο οδηγός να πληρώνει και να ξέρει ότι κάθε φορά που παρανομεί θα ξαναπληρώνει. Όταν το πρόστιμο είναι σχεδόν ο μισθός αυτού που το επιβάλλει, τότε η κατάληξη θα είναι η συναλλαγή ελεγχόμενου και δημοσίου οργάνου.

Η Ελλάδα έχει να αντιμετωπίσει τα ίδια προβλήματα που αντιμετωπίζει και ο υπόλοιπος κόσμος. Αν υπάρχει κάποια ελληνική ιδιαιτερότητα είναι πως εδώ όλα είναι μεταμφιεσμένα, όλα παρουσιάζονται ως το αντίθετό τους, οι πραγματικές επιδιώξεις είναι κρυμμένες πίσω από ωραία λόγια, επαναστατικά συνθήματα και κενή ρητορεία. 

Οι σύγχρονες μεγαλουπόλεις δουλεύουν 24 ώρες το 24ωρο, 7 μέρες τη βδομάδα. Σε όλο τον κόσμο βρίσκουν τρόπους και ρυθμίζουν με κανόνες το θέμα ώστε καταστήματα, δρόμοι, γειτονιές ολόκληρες, να λειτουργούν εναλλάξ σε μια συνεχή δραστηριότητα. Εδώ δίνουμε μάχες κατά του ωραρίου προστατεύοντας –πάντα– τα «δικαιώματα των εργαζομένων». Εννοείται πως κι εδώ το έχουμε λύσει το πρόβλημα. Βαφτίζουμε όλη την Ελλάδα από τη λεωφόρο Ποσειδώνος και πέρα «τουριστική», μετατρέψαμε 15 χιλιάδες περίπτερα, 25.000 ψιλικατζίδικα και 16.000 Έβγες σε σούπερ μάρκετ, κάναμε τα πεζοδρόμια της πόλης «κατάστημα». Αντί με ρυθμίσεις της πολιτείας, λύνουμε το πρόβλημα ανορθολογικά, με συναλλαγή και παρανομία. 

Πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι άρχισαν να αφαιρούνται άδειες κολεγίων που δεν πληρούσαν τις προδιαγραφές. Άρχισαν δηλαδή να εφαρμόζονται επιτέλους κάποιοι νόμοι. Η ιδιωτική εκπαίδευση υπάρχει, πάντα υπήρχε. Άναρχη, αρρύθμιστη, χωρίς κανόνες. Σε κάθε προσπάθεια της πολιτείας να επιβάλλει κανόνες, οι συντηρητικές δυνάμεις αντιδρούσαν. Δεν έλεγαν φυσικά ότι υποστηρίζουν τη ζούγκλα της παιδείας τύπου «πλατεία Κάνιγγος», έλεγαν ότι δίνουν αγώνες υπέρ της δημόσιας εκπαίδευσης, εναντίον της ιδιωτικής παιδείας, της παγκοσμιοποίησης, της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Έτσι ώστε τα πράγματα να μένουν πάντα θολά, χωρίς κανόνες. 

Στις σύγχρονες οικονομίες, η «ελαστική» εργασία είναι αναγκαστικό φαινόμενο. Όχι μόνο γιατί το θέλουν κάποιοι σατανικοί εργοδότες, αλλά κυρίως γιατί οι τρόποι παραγωγής στη μεταβιομηχανική κοινωνία έχουν μεγάλη ποικιλία και παίρνουν πολλές μορφές. Σε όλο τον κόσμο προσπαθούν με συγκρούσεις και συμβιβασμούς να διαμορφώσουν ένα νέο χάρτη δικαιωμάτων του εργαζόμενου για την καινούργια εποχή. Εδώ απορρίπτουμε κάθε συζήτηση για την ελαστική εργασία, με αποτέλεσμα το ποσοστό της στο σύνολο των εργαζομένων να είναι λιγότερο από 5%. Όμως και πάλι η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Η Ελλάδα έχει τη μεγαλύτερη παράνομη, μαύρη, άγρια μορφή ελαστικής εργασίας σε όλη την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Απλώς χωρίς κανόνες. Οι πολέμιοι της «ελαστικής εργασίας» δεν μπορούν να πουν ότι υπερασπίζονται τη ζούγκλα. Λένε ότι υπερασπίζονται τους εργαζόμενους. Όμως παρά τις επικρατούσες στη χώρα μας αντιλήψεις, οι νόμοι δεν υπερασπίζονται αυτούς που μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν, υπερασπίζονται τους ασθενέστερους. Όχι η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, όχι η κυβέρνηση, ο ίδιος ο σύλλογος βιομηχάνων να έφτιαχνε τους νόμους, θα ήταν καλύτερα από την ανυπαρξία νόμων. 

Οι μετανάστες είναι το φτηνό, χωρίς δικαιώματα, προλεταριάτο της εποχής μας. Είναι φτηνό, γιατί είναι στην παρανομία. Όσοι δεν θέλουν να αλλάξει αυτή η κατάσταση δεν μπορούν βέβαια να το πουν, «ανησυχούν» απλώς, για την εθνική ταυτότητα που χάνεται, για την αλλοίωση των εκλογικών αποτελεσμάτων από τους μετανάστες που θα ψηφίζουν στις δημοτικές εκλογές. 1.574 άνθρωποι στην Αθήνα γράφτηκαν στους εκλογικούς καταλόγους, σήμερα κανείς δεν μιλάει πια γι’ αυτό, όμως για μήνες η χώρα έχανε το χρόνο της σε μια συζήτηση εναντίον των ρυθμίσεων που προσπαθούσαν να βάλουν σε μια τάξη την κατάσταση. 

Στο σημερινό κόσμο των μεγαλουπόλεων, οι δημοτικές εκλογές έχουν μεγάλη σημασία. Οι δήμαρχοι δεν είναι μόνο αυτοί οι καλοί κύριοι που μαζεύουν τα σκουπίδια. Η πολιτική μιας χώρας για τις πόλεις της, για την πρωτεύουσά της, είναι πολιτική για το μοντέλο της οικονομικής ανάπτυξης, για την απασχόληση, για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, για το περιβάλλον, για τον τρόπο ζωής των πολιτών. Σήμερα που η χώρα μας αντιμετωπίζει την απειλή της πτώχευσης, δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε τη στασιμότητα, δεν είναι δυνατόν να περάσουμε στην ανάπτυξη, αν δεν εφεύρουμε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της πόλης που θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας και πλούτο. Οι άνθρωποι, τα σχέδια, οι πολιτικές προτάσεις που θα ακουστούν αυτό τον καιρό είναι αυτά που θα μας βγάλουν από το τέλμα. Οι πολιτικές δυνάμεις της στασιμότητας δεν μπορούν να πουν ότι είναι εχθροί κάθε αλλαγής, απλώς πετάνε την μπάλα στην εξέδρα. Θέλουν να «μετατρέψουν τις δημοτικές εκλογές σε δημοψήφισμα κατά του Μνημονίου». Δεν ακούγεται πολύ επαναστατικό; 

Είναι πια καιρός να το αποδεχτούμε, να το κατανοήσουμε και να το ξεπεράσουμε. Το ελληνικό κατεστημένο, το σύστημα που χρεοκόπησε, για ιστορικούς λόγους, γιατί στερεώθηκε στα χρόνια της μεταπολίτευσης, μιλάει τη γλώσσα της δεκαετίας του ’70, μιλάει «προοδευτικά», μιλάει «φιλολαϊκά», μιλάει μεταμφιεσμένα. Και υπερασπίζεται πάντα το παρελθόν. Αυτό που πρέπει να αλλάξει.

Πηγή: Athens Voice, 09.09.2010

Ηχορρύπανση στην Κοζάνη - Γενική Απαξίωση των Νόμων


Ενός Λεπτού Σιγή για τους Νόμους
 
(Tου Πάσχου Mανδραβέλη)

Η οδός Κοβεντάρου, στην Κοζάνη, είναι ένας πεζόδρομος που σφύζει κάθε βράδυ από ζωή. Είναι σε κατοικημένη περιοχή, αλλά στα ισόγεια των πολυκατοικιών υπάρχουν μόνο μπαρ. Εχει πολύ κόσμο και εκκωφαντική βαβούρα. Κάθε μαγαζί παίζει τη δική του μουσική στη διαπασών, με αποτέλεσμα να καταλήγει στα αυτιά ένας ακαθόριστος ήχος πολλών ντεσιμπέλ.

Μέχρις εδώ δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Από τη στιγμή που χιλιάδες άνθρωποι κάνουν διά του οβολού τους αυτήν την επιλογή ψυχαγωγίας και αφού οι περίοικοι δεν ενοχλούνται (ή, αν ενοχλούνται, δεν αντιδρούν) αυτού του τύπου η διασκέδαση είναι μια καθ’ όλα θεμιτή επιλογή.

Το πρόβλημα ξεκινά γύρω στη 1 το πρωί, όταν ξαφνικά χαμηλώνει η μουσική. Επί μία δεκαετία και πλέον παίζεται στο κέντρο της Κοζάνης ένα σόου νομιμότητας. Περνούν δύο αστυνομικοί με στολή, η μουσική χαμηλώνει ξαφνικά και μετά ένα λεπτό -μόλις δηλαδή περάσει η περίπολος- τα ηχεία ξαναρχίζουν να ουρλιάζουν μέχρι πρωίας. Αυτό το σόου νομιμότητας, ίσως επειδή γίνεται καθημερινά, δεν προξενεί πλέον καμία εντύπωση στους γηγενείς. Μόνο κάποιοι επισκέπτες μιλούν για «νόμους ισχύος του ενός λεπτού».

Εδώ μπαίνει ένα βασικό ερώτημα. Ποιος κοροϊδεύει, ποιον; Δηλαδή: κοροϊδεύουν οι μαγαζάτορες τους αστυνομικούς που περνάνε, χαμηλώνοντας για ένα λεπτό τον ήχο. Κοροϊδεύουν οι αστυνομικοί που ελέγχουν κάνοντας ότι δεν ακούνε. Κοροϊδεύει ο διοικητής της αστυνομίας που στέλνει τους αστυνομικούς τάχα μου να επιβλέψουν την εφαρμογή του νόμου. Κοροϊδεύουν οι πολιτικοί (βουλευτές, δήμαρχοι, νομάρχες και λοιποί) που πίνουν το ποτό τους εκεί πέρα και βλέπουν ότι ένας από τους κανόνες που θεσμοθέτησαν γίνεται αντικείμενο έμπρακτης χλεύης.

Γιατί, λοιπόν, να κοροϊδεύονται όλοι; Από τη στιγμή που μια κοινωνία αποφάσισε συλλογικά (πολιτικοί, καταστηματάρχες, αστυνομικοί, διοικητές της αστυνομίας και πολίτες) να μην τηρεί έναν νόμο, γιατί να γίνεται όλη αυτή η τελετουργία; Υπάρχει κανένας λόγος να περνούν κάθε βράδυ οι αστυνομικοί; Με τον ρυθμό που αυξάνεται η εγκληματικότητα, δεν είναι ανάγκη να σπαταλιούνται πολύτιμες ανθρωποώρες· σίγουρα χρειάζονται αλλού. Από την άλλη, ίσως να υπάρχει λόγος που οι καταστηματάρχες χαμηλώνουν τη μουσική των μαγαζιών. Παλιότερα οι άνθρωποι χαμήλωναν τον τόνο της φωνής όποτε περνούσε μια κηδεία. Πιθανώς να παρέμεινε ο σεβασμός προς το πτώμα των νόμων που περιφέρουν δίκην Επιταφίου οι δύο αστυνομικοί κάθε βράδυ.

Αυτό είναι ίσως ένα διασκεδαστικό παράδειγμα για το πώς λειτουργεί η ελληνική κοινωνία. Οι πολίτες καμώνονται ότι τηρούν τη νομιμότητα, η ΕΛ. ΑΣ. καμώνεται ότι ελέγχει και όλοι οι υπόλοιποι καμωνόμαστε ότι ζούμε σε μια ευνομούμενη κοινωνία. Με αυτά τα καμώματα όμως αυξάνει το κόστος λειτουργίας αυτής της κοινωνίας. Δηλαδή, μια χώρα χωρίς νόμο, έχει ένα α΄ κόστος λόγω της ηχορρύπανσης. Μια κοινωνία που έχει νόμο αλλά δεν τον εφαρμόζει έχει και το κόστος της ηχορρύπανσης, αλλά και το κόστος της δήθεν αστυνόμευσης. Γι’ αυτό λοιπόν ας κόψουμε τουλάχιστον το τελευταίο. Από τη στιγμή που δεν θέλουμε να αλλάξουμε συμπεριφορά και να τηρήσουμε τους νόμους, ας αλλάξουμε τους νόμους. Διότι ένα επιπλέον πρόβλημα είναι ότι στον συγκεκριμένο πεζόδρομο συχνάζουν χιλιάδες νέοι. Αυτοί μαθαίνουν στο μεγάλο σχολειό τής ζωής ότι οι νόμοι είναι ένα πράγμα που χρειάζεται μόνο για να το κοροϊδεύουμε ή έστω για να το περιφέρουμε για ένα λεπτό ανά εικοσιτετράωρο με τα περίπολα της ΕΛ. ΑΣ.

Πηγή: Καθημερινή, 28.11.2010

Η Σιωπή των "Αμνών" - Είναι Συλλογική η Ευθύνη για την Κρίση?

"Καιρός του Σπείρειν, Καιρός του Θερίζειν"
 
(Της Βασιλικής Α. Δραγάτση)

Εδώ και πολύ καιρό νιώθω ένα πάγωμα, μια περίεργη αδιαφορία. Σαν να μην με αφορά το περίεργο αλισβερίσι των ημερών: το τζογαδόρικο «στοίχημα» που πρέπει να κερδίσει η Ελλάδα, οι επενδύσεις, η ανάπτυξη, οι «αγορές»... Αποδέχομαι την όποια κατηγορία για νηπιακή πολιτική σκέψη, ανωριμότητα, αφέλεια, ακόμα και για υφέρποντα λαϊκισμό... και συνεχίζω...

Αδιαφορώ ακόμα και για το πώς φτάσαμε ώς εδώ... Σε όλα τα χρόνια της συνειδητής ζωής μου, θυμάμαι τους νυν να τα φορτώνουν όλα στους πρώην, τα ίδια ονόματα να ανακυκλώνονται και οι ίδιοι άνθρωποι που δημιούργησαν τα προβλήματα να παριστάνουν τις «μωρές παρθένες» και να υπόσχονται λύσεις... Τόσες «ψυχές μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες» ξεπερνάν τα όρια της αντοχής μου!... Απαξιώνω τον πολιτικό κόσμο της χώρας, μήπως; Δεν περίμενε εμένα για να απαξιωθεί, τα καταφέρνει μια χαρά κι από μόνος του... Δεκαετίες τώρα...!

Βουλιάζουμε! Κάναμε τον κύκλο μας μέσα από αγάλματα και κολώνες και βουλιάζουμε, «κατά πώς λένε οι στατιστικές». Κι αναρωτιέμαι -με κίνδυνο να χαρακτηριστώ «εθνικίστρια»: Αυτή τη χώρα την πονάει κανείς;... Δύο αιώνες τώρα τα ιμάτιά της διαμοιράζονται... «Σαν δανεισμένη πραμάτεια»... Κι όλοι οι αγώνες, ένα πιθάρι των Δαναΐδων, που γεμίζει κι αδειάζει όχι με νερό, αλλά με αίμα, κυριολεκτικά και μεταφορικά... Με το αίμα το δικό μας... Κι όλοι οι αγώνες ατελέσφοροι και χαμένοι... Κι όσοι τους έκαναν σημαία αποδείχτηκαν -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- είτε μέτριοι, είτε ιδιοτελείς επιβήτορες της εξουσίας... «Ιδιοτέλεια να καρπωθείς το αίμα των άλλων»... Κι η αριστερά στη γωνία, αδύναμη, σπαρασσόμενη από τα δικά της λάθη… (δυστυχώς, η «ιδιοτέλεια» δεν χαρακτηρίζει μόνο εκείνους που άσκησαν εξουσία...), ανίκανη να δώσει νέες απαντήσεις στα νέα ερωτήματα...

Ναι, η Ελλάδα βουλιάζει... Σε μια Ευρώπη που βουλιάζει, με ηγέτες που τσακώνονται σαν μικροαστές κυράδες του '60 για την κληρονομιά του μακαρίτη (μόνο «σοκολατάκι και πολύ τους πάει» δεν έχει πει ακόμη η Μέρκελ)! Τα πτώματα, όμως, είναι ανάμεσά τους. Είναι οι πολίτες τους... «Άδειες πόλεις κυβερνάνε»... Άδειες και μίζερες πόλεις, με ανθρώπους δυστυχείς και μόνους... Στο Παρίσι αρκετοί έχουν δουλειά, αλλά δεν έχουν σπίτι... Κοιμούνται κάτω από τις γέφυρες... «Για μια μπουκιά κι ένα ποτήρι»... Αυτή είναι η περίφημη ενωμένη Ευρώπη; Φαντάζομαι ότι, όταν φτάσουμε κι εδώ στο ίδιο σημείο, θα έχει επιτέλους «εξυγιανθεί» και η οικονομία... Υγιείς δείκτες και ασθενής κοινωνία... Κι εγώ που πάντα αγαπούσα τη γηραιά Ευρώπη, με τις ιδέες της, τις επαναστάσεις της, τους ποιητές της, τις μουσικές της, τη δημοκρατία της, νιώθω ξεγελασμένη... Οι λόγοι για τους οποίους την αγάπησα έχουν εκλείψει εδώ και καιρό... Πόσο ρομαντική υπήρξα! Και πόσοι εκμεταλλεύτηκαν τον αφελή ρομαντισμό μου...

Δεν θέλησα να γίνω πλούσια, ούτε να κάνω μεγάλη ζωή..., μόνο να έχω τη δυνατότητα να χαίρομαι τα πράγματα που αγαπάω: ένα θέατρο, ένα ταξίδι, μια όμορφη πόλη... Να ζω με αξιοπρέπεια σε ένα κράτος που να με σέβεται... Τώρα κι αυτά τα λίγα μοιάζουν πολυτέλειες περιττές... Γι' αυτό δεν με νοιάζει τίποτα άλλο πια... Να μπορούσα έστω να πω στον γιο μου εκείνο το παλιό του Αναγνωστάκη «εσύ θα δεις καλύτερες μέρες»... Να του το πω με βεβαιότητα, όμως, και πίστη και όχι σαν παρηγοριά για το άθλιο παρόν... Και στους μαθητές μου, εδώ στην εσχατιά της Ελλάδας, όταν ρωτάνε γιατί να τα μαθαίνουν όλα αυτά, να μπορούσα να απαντήσω με την ίδια σιγουριά: «για να ζήσετε καλύτερα!»... Τώρα με ρωτάνε και η απάντησή μου ακούγεται σαν ανέκδοτο στα αυτιά τους: «Για σας, για τον εαυτό σας!»... Οι λίγοι που καταλαβαίνουν είναι και η ελπίδα μου...

Η καλύτερη μαθήτρια του σχολείου μετανάστευσε με τους γονείς της στη Γερμανία... «Δεν θέλαμε να φύγουμε, αφού όμως...», μας είπε η μάνα της... Οι εκκρεμείς φράσεις ενίοτε κρύβουν απείρως μεγαλύτερη θλίψη από τις ολοκληρωμένες... «Μεμονωμένη περίπτωση» θα πει κάποιος αισιόδοξος... Μπορεί...

Εμείς, όμως, που βλέπουμε το επίπεδο της ζωής μας να πέφτει μέρα με τη μέρα, εμείς που δεν λάβαμε πρόσκληση για το μεγάλο φαγοπότι, κι αν λάβαμε την πετάξαμε, εμείς που δεν γλείψαμε κανέναν ούτε για να διοριστούμε ούτε για να πλουτίσουμε, εμείς τα «κορόιδα», δεν είμαστε μεμονωμένες περιπτώσεις... Σε μας, λοιπόν, χρωστάνε, εμείς δεν χρωστάμε σε κανέναν... Και αρνούμαστε τη συλλογική ευθύνη... Δεν φταίμε... Για το μόνο που φταίμε, είναι για τη σιωπή μας... Γενιές ολόκληρες σιωπής... Γιατί βλέπαμε γύρω μας («αριστερά» και «δεξιά») σεσημασμένα λαμόγια να πλουτίζουν με δόλια μέσα από τη μια μέρα στην άλλη και δεν μιλάγαμε (κάπου κάπου απορούσαμε μόνο για το ταλέντο τους να βρίσκουν τρύπες με χρήμα και ευκαιρίες για νομότυπες κομπίνες!). Γιατί τους βλέπαμε να δρουν ανεξέλεγκτα και εξακολουθούσαμε να τους λέμε «καλημέρα», γιατί ξέραμε ότι μας δουλεύουν και κλεινόμασταν όλο και περισσότερο στο μικρόκοσμό μας... Γιατί, όταν η προσωπική ανεντιμότητα έπαψε να αποτελεί κοινωνικό στίγμα, δεν τρομάξαμε. Το αποδεχτήκαμε... Αποφασίσαμε να «καλλιεργήσουμε τον κήπο μας» και να μην τους μοιάσουμε... Να ζήσουμε αθόρυβα, στα σκοτεινά... Αυτή είναι και η μοναδική μας ευθύνη... Καμία άλλη! Κι όμως, τώρα τελευταία, έχουμε αρχίσει να βγαίνουμε από το λαγούμι μας, να αναγνωριζόμαστε όσοι μοιάζουμε και να ψιθυρίζουμε δειλά δειλά τις αλήθειες μας! Ελπίζω μια μέρα αυτός ο ψίθυρος να γίνει κραυγή και να τα σαρώσει όλα. Μόνο να έχουμε τον νου μας, να μην καρπωθεί κανείς το αίμα μας...

Διαβάζω στον γιο μου ωραίες ιστορίες με παλιές ξεχασμένες λέξεις: θάρρος, γενναιοδωρία, συνείδηση... Φοβάμαι ότι εν γνώσει μου μεγαλώνω έναν περιθωριακό τύπο... Δεν έχω όμως να του κληροδοτήσω τίποτε άλλο, αυτά έμαθα, με αυτά πορεύτηκα, δεν ξέρω άλλο δρόμο... Όχι, «δεν παραδέχομαι την ήττα»... Κάποια μέρα μπορεί κι εκείνος σαν τους μαθητές μου να με ρωτήσει, γιατί του τα έμαθα όλα αυτά. Την απάντηση θα την έχω έτοιμη: «Για σένα, για τον εαυτό σου»! Ελπίζω να καταλάβει... Κι αν χρειαστεί να με συγχωρέσει... «Καιρός του σπείρειν, καιρός του θερίζειν»! Για όλους μας...

Πηγή:  "Αυγή", 27.11.2010