Σελίδες

Δευτέρα 6 Δεκεμβρίου 2010

Πως Ματαιώνονται τα Έργα Κοινής Ωφελείας στην Ελλάδα

Edito

(Του Φώτη Γεωργελέ)

Δεν ήμουνα ποτέ από τους φανατικούς οπαδούς του Μεγάλου Πάρκου στο Ελληνικό, του «μεγαλύτερου στον κόσμο», μεγαλύτερο από το Σέντραλ και το Χάιντ Πάρκ μαζί. Γιατί τα «μεγαλύτερα στον κόσμο» είναι καλά για να παίζει ο Ψωμιάδης με το μεγαλύτερο χαρταετό του κόσμου, ο Αβραμόπουλος με το μεγαλύτερο χριστουγεννιάτικο δέντρο του κόσμου. Στην πραγματική ζωή όπου ακούς υπερβολές, υποκρύπτονται ακινησία και κρυμμένες επιδιώξεις.

Δεν ήμουν οπαδός, όχι γιατί δεν χρειάζεται πάρκα η Αθήνα. Αλλά γιατί μεγάλωσα, είδα και έμαθα πώς παίζεται το παιχνίδι. Βλέπεις, ας πούμε, εδώ παρακάτω ένα ερείπιο και λες δεν το παίρνει ο Δήμος να κάνει ένα γηπεδάκι με μπασκέτες, φώτα και περίφραξη, να παίζουν όλη μέρα κι όλη νύχτα μπάσκετ τα παιδιά της γειτονιάς, να ζωντανέψει ο τόπος; Η κλασική συντήρηση θα έλεγε αμέσως, διαφυγόντα κέρδη, να το κάνουμε πάρκινγκ. Η συντήρηση όμως έχει προοδεύσει, δεν μιλάει πια έτσι, είναι αναπτυξιακή, μοντέρνα, οικολογική, προοδευτική. Θα εμφανιστεί αμέσως η φυλή των «πιο». Είναι πιο φίλοι του λαού, πιο οραματικοί, πιο ριζοσπαστικοί. Ο δήμαρχος θα πει, έχουν ανάγκες οι δημότες μου, να κάνουμε έναν πολυχώρο νεολαίας και άθλησης, να απαλλοτριώσουμε ολόκληρο το τετράγωνο, να χτίσουμε δημαρχιακά μέγαρα. Οι πιο φίλοι του λαού θα κάνουν ρελάνς, θα ζητήσουν ένα γήπεδο 35.000 θέσεων για να παίζει ο Αστέρας Εξαρχείων και βοηθητικά γήπεδα να αθλούνται τα παιδιά της γειτονιάς. Οι πιο οικολόγοι θα ζητήσουν την υπογειοποίηση της Ακαδημίας, γκαζόν και ποδηλατόδρομους. Οι κάτοικοι θα κάνουν προσφυγές εναντίον των απαλλοτριώσεων, το Συμβούλιο Επικρατείας θα βγάζει αποφάσεις, θα ακυρώνει, εφέσεις, αναιρέσεις. Μίζες, μεγαλοεργολάβοι, τα χρόνια θα περνάνε, το ερείπιο θα γκρεμίζεται, πρεζόνια, η γειτονιά υποβαθμίζεται, εταιρείες real estate αγοράζουν φτηνά, δεκαετίες, οράματα, τηλεοπτικές εκπομπές, κυβερνήσεις θα αλλάζουν, ο καθένας θα προσπαθεί να πάρει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο κομμάτι από την πίτα. Εσύ θα λες, ένα γηπεδάκι μπάσκετ ήθελα, τι το ’θελα; Έτσι γίνονται τα πράγματα σ’ αυτή τη χώρα. 

Νομίζω το ίδιο άρθρο το είχα γράψει πριν 10 χρόνια. Την εποχή των μεγάλων οραμάτων για το μεγαλύτερο πάρκο του κόσμου. Φανταζόμουν τη συνέχεια. Δήμαρχοι θα διεκδικούν κομμάτια γιατί έχουν ανάγκες –πάντα– οι δημότες τους. Υπουργοί θα σχεδιάζουν δρόμους ταχείας κυκλοφορίας που θα περνάνε από μέσα, λίγο από μέσα. Επιτήδειοι θα απαλλοτριώνουν σιγά-σιγά τμήματα με τη βοήθεια δικηγόρων βουλευτών, αρχιμανδρίτες θα κάνουν real estate, δημόσιες επιχειρήσεις θα ερίζουν σε ποιον ανήκει το κάθε κομμάτι. Ο δημόσιος διάλογος, πάντα αποπροσανατολισμένος, θα συζητάει αν θα αξιοποιηθεί η δημόσια περιουσία ή αν θα προτάξουμε περήφανα τα στήθη μας αντίθετοι σε κάθε «εκποίηση δημόσιας γης». Όλοι, υπέρ και κατά, στην αξιοποίηση αποβλέπουν, απλώς διαφωνούν στο υποκείμενο. Θα είναι επιχειρηματίες ή ο ηγούμενος Εφραίμ με τον Αρσένιο και το Μέγαρο Μαξίμου; Η κρατική και κομματική γραφειοκρατία θα κερδίσει περισσότερα ή η ιδιωτική αγορά;

Χαμένοι μέσα στα ψεύτικα διλήμματα, δεν συζητάμε ποτέ την ουσία, τι θέλουμε, τι πρέπει να κάνουμε, ποια είναι η καλύτερη αξιοποίηση δηλαδή του Ελληνικού για την Αθήνα. Χαμένοι στα συνθήματα, βλέπουμε τα χρόνια να περνούν, δεν κάνουμε τίποτα μέχρι που χρεοκοπούμε και πια είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε οτιδήποτε.

Γιατί αν δεν ήμασταν έτσι, ήδη από την αρχή της δεκαετίας θα είχαμε συζητήσει μερικές λογικές και ρεαλιστικές προτάσεις, θα είχαμε αξιοποιήσει τα ίσαμε 300 κτίρια που έχει μέσα το Ελληνικό συγκεντρώνοντας υπηρεσίες και αποφορτίζοντας όλες τις γύρω περιοχές, θα είχαμε κάνει μερικά πάρκα αναψυχής, νεροτσουλήθρες και ενυδρεία να βγάζουν λεφτά και να συντηρούν τα υπόλοιπα, ίσως να είχαμε κρατήσει κι έναν αεροδιάδρομο για ώρα ανάγκης και το υπόλοιπο θα το ’χαμε πνίξει στο πράσινο. Και θα ’μασταν ευχαριστημένοι και θα ’χαμε κάνει κάτι. Τώρα δεν έχουμε κάνει τίποτα. Και φτάσαμε στην κατάσταση να βρίσκουμε επενδυτή χωρίς να ξέρουμε σε τι θα επενδύσει. Αντί να καθορίσουμε εμείς την επένδυση και μετά να ψάξουμε τον επενδυτή.

Έλειψα μερικές μέρες κι όταν γύρισα βρήκα τους τεράστιους τίτλους των εφημερίδων για την Αθήνα που θα γίνει Λας Βέγκας από το σεΐχη του Κατάρ, ο οποίος θα κάνει την κολοσσιαία επένδυση που χρειάζεται η χρεοκοπημένη μας χώρα. Δεν τα πιστεύω όλα αυτά για το Λας Βέγκας, ελπίζω ότι είναι οι συνηθισμένες ηλιθιότητες των media που λειτουργούν με κλισέ. Γιατί σήμερα καμία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα δεν γίνεται Λας Βέγκας, ούτε το ίδιο το Λας Βέγκας δεν θέλει να είναι Λας Βέγκας, γκρεμίζει τα φαραωνικά ξενοδοχεία με φαντασμαγορικές ανατινάξεις που δείχνουν οι τηλεοράσεις. 

Όμως τις φοβάμαι τις ποολύ-πολύ μεγάλες επενδύσεις. Γιατί χρειάζονται και μεγάλες αποσβέσεις, χρειάζονται ξενοδοχεία-ουρανοξύστες, καζίνα, τζετ-σετ αεροδρόμια, γήπεδα γκολφ και πισίνες. Κι αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Αθήνα σήμερα. Χρειάζεται το ακριβώς αντίθετο. Ένα παραλιακό μέτωπο ανοιχτό, φιλικό, γοητευτικό, που θα τη βοηθήσει να γίνει ο πιο ελκυστικός προορισμός της Μεσογείου. Η Αθήνα δεν πρέπει να γίνει Κανκούν, πρέπει να γίνει Παρίσι. Χάσαμε 10 χρόνια και τώρα συζητάμε με τριτοκοσμικούς όρους. Ακόμα και σήμερα δεν ξέρουμε τι θέλουμε.

Πηγή:  Athens Voice, 29.09.2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου