Σελίδες

Παρασκευή 15 Ιουλίου 2011

Η Μουσική Μετά το I-Pod




«Ο Στηβ Τζομπς είναι ο ηθικός αυτουργός για το θάνατο της μουσικής βιομηχανίας». Τα λόγια μοιάζουν βαριά. Και γίνονται αφόρητα όταν συνειδητοποιείς πως αυτός που τα εκστομίζει συγκαταλλέγεται ανάμεσα στους εν ζωή ήρωες της ποπ κουλτούρας. Εμπεριέχουν όμως κι άλλα ψήγματα δράματος –ίσως και μια δόση απληστίας. Οι Bon Jovi, η μπάντα της οποίας η ηγετική μορφή, ο Τζον Μπον Τζόβι, είναι αυτός που εξαπέλυσε στα μέσα Μαρτίου το κατηγορητήριο κατά του ιδρυτή της Apple, βρίσκονται αυτή την στιγμή στην δεύτερη θέση των πιο καλοπληρωμένων μουσικών παγκοσμίως, μερικές χιλιάδες δολάρια μόλις πίσω από την Lady Gaga. Ο ο 49χρονος μουσικός έχει στο στόχαστρο το iPod, τον μυθικό πλέον MP3 Player με τον οποίον πριν ακριβώς μια δεκαετία η Apple άλλαξε για πάντα τον τρόπο που ακούμε μουσική και το online κατάστημα iTunes που πουλάει μουσική «με το κομμάτι»: «Τα παιδιά σήμερα δεν ζουν ούτε την εμπειρία του να κλείνουν τα μάτια και να χάνονται σ’ ένα άλμπουμ, ούτε την αγωνία του να πηγαίνουν με το χαρτζιλίκι τους στο δισκάδικο και να διαλέγουν ένα δίσκο με βάση το εξώφυλλο, χωρίς να ξέρουν τι θα ακούσουν, δημιουργώντας εικόνες με τη φαντασία τους», εξήγησε στο περιοδικό των Sunday Times.

Με τη νοσταλγία του Μπον Τζόβι πολλοί θα συγχρονισθούν, αρκετοί θα φτάσουν μέχρι και στον αφορισμό του iPod και του MP3. Αλλά είναι και πολλοί εκείνοι που θα χαμογελάσουν με συγκατάβαση μπροστά στην ρομαντική περιγραφή της απόλαυσης ενός δίσκου. Γιατί η επανάσταση του iPod ήταν τόσο ριζική που πλέον μας έχει οπλίσει με μια ολόκληρη δισκοθήκη στην τσέπη μας. Μια δισκοθήκη που έχουμε αποκτήσει φτηνά (ή και δωρεάν) και που μας δίνει μια ολοκληρωμένη αίσθηση της μουσικής, το παρελθόν, το παρόν αλλά και το μέλλον της με τρία πατήματα του κουμπιού, όσα χρειάζεται για να φτάσεις ν’ ακούσεις ένα τραγούδι στο iPod. Οι νέες τεχνολογίες διεύρυναν σε συγκλονιστικό βαθμό το κοινό που έχει πρόσβαση στη μουσική και, όσο και να γκρινιάζουν οι καλλιτέχνες για τα χρήματα που χάνουν από τα παράνομα, δωρεάν downloads ή για τη χαμένη εμπειρία του άλμπουμ, η πραγματικότητα είναι ότι δεν πρόκειται να γυρίσουμε εκεί που βρισκόμασταν στα ‘90s. Η ειρωνία, ειδικά για το παράδειγμα των Bon Jovi, είναι πως διαχειρίστηκαν ιδανικά όλη αυτήν την επανάσταση, χρησιμοποιώντας τα iPod σαν τον κομιστή του έργου τους σε κάθε ζευγάρι αυτιών, προμοτάροντας έτσι τα φαντασμαγορικά τους ζωντανά σόου (που θα έχουμε την χαρά να παρακολουθήσουμε τον Ιούλιο και στην Αθήνα), από τα οποία πλέον βγάζουν την συντριπτική πλειονότητα τον κερδών τους.

Η δεκαετία του iPod
Όταν τον Οκτώβριο του 2001, η Apple (προλαμβάνοντας τους παραδοσιακούς κατασκευαστές γκάτζετ, παρότι η ίδια ήταν μέχρι τότε αποκλειστικά εταιρεία παραγωγής υπολογιστών και software) παρουσίαζε το iPod, μια πανέμορφη φορητή συσκευή αναπαραγωγής αρχείων MP3 που χωρούσε περίπου 1000 τραγούδια και ήταν εξαιρετικά απλή στη χρήση της, βρισκόμασταν ήδη ένα χρόνο μετά την περίφημη δίκη του Napster. H μουσική βιομηχανία είχε καταφέρει ένα πλήγμα στην παράνομη διάδοση μουσικής, αλλά ξαφνικά βρισκόταν αντιμέτωπη με έναν εχθρό που την προσέγγιζε με τη μορφή του καλύτερου φίλου. Το iPod υποσχόταν διάδοση του νέου φορμά με νόμιμο τρόπο και παρότι οι δισκογραφικές γνώριζαν καλά πως θα ήταν πολύ δύσκολο να ελέγξουν το τι θα έμπαινε μέσα σε κάθε λευκό γκατζετάκι, υιοθέτησαν τη λογική του, μην μπορώντας να κάνουν αλλιώς. Η Apple, παρέα με τη μουσική βιομηχανία δημιουργούσε ένα τέρας που δεν θα μπορούσε να χαλιναγωγηθεί –ή τουλάχιστον αυτό κρίνουν οι πολέμιοι του iPod μία δεκαετία μετά.
Για πρώτη φορά πάντως μια τεχνολογική επανάσταση στη μουσική δεν συνοδεύθηκε και από ένα νέο κίνημα (όπως έγινε με τους δίσκους των 78 στροφών και το φοξτροτ ή την χορευτική τζαζ στα ‘20s, ή όπως έγινε με το Walkman και το MTV και την πολύχρωμη ποπ των ‘80s), για πρώτη φορά όρισε την εποχή της αποκλειστικά με αυτοαναφορικά σύμβολα: Τα λευκά ακουστικά του iPod (ένα σύμβολο status και ταυτόχρονα η καλύτερη από στόμα σε στόμα διαφήμιση), το online μουσικό κατάστημα iTunes (που είναι το σημαντικότερο σημείο πώλησης μουσικής παγκοσμίως –έχει μερίδιο 90% της αγοράς των ΗΠΑ κι έχει ξεπεράσει τα 10 δις. τραγούδια σε πωλήσεις) και η λειτουργία “shuffle” (η δυνατότητα του iPod να παίζει ανακατεμένα τα τραγούδια με τα οποία το έχει γεμίσει ο ιδιοκτήτης του).

Ας τα πάρουμε με την αντίστροφη σειρά: Με το “shuffle” συνηθίσαμε πια να ακούμε τη μουσική μας όχι στο περιβάλλον που την πακετάρισε για εμάς ο συνθέτης της, αλλά πολύ έξω από τα περιθώρια ενός άλμπουμ. Σ’ ένα γεμάτο με 35.000 τραγούδια (ας πούμε με 3.000 άλμπουμ –μια τεράστια δισκοθήκη δηλαδή) iPod των 160 GB το “shuffle” χαρίζει μια καινούργια, απρόβλεπτη, γεμάτη εκπλήξεις μουσική διαδρομή κάθε ημέρα σε όποιον επιλέγει να μην ακούει πλήρη άλμπουμ με κάποια σειρά, ας πούμε χρονική ή μουσικών ειδών.

Το πέρασμα απ’ το ανθεμικό ροκ των Killers στην αρχετυπική τζαζ του Κάουντ Μπέιζι κι από εκεί σε μια λαϊκοπόπ τσιχλόφουσκα της Έλλης Κοκκίνου πριν φτάσει στον «σκεπτόμενο» ήχο των R.E.M. μπορεί να ακούγεται σαν μια εφιαλτική ακροβασία για κάποιους από εμάς, αλλά σίγουρα συγκινεί πολλούς άλλους. Αυτούς που μέχρι πρόσφατα δεν ενδιαφέρονταν και πολύ για τη μουσική, αλλά που πλέον με ένα «γέμισέ μου το iPod με ό,τι έχεις», ντύνουν ηχητικά τις μετακινήσεις τους ή τον ελεύθερο χρόνο τους με το δικό τους DJ set. Eίναι συνήθως το κοινό που δεν νοιάζεται τόσο για την ποιότητα αυτού που κρύβεται μέσα στο μαγικό κουτάκι που έχει χωμένο στην τσέπη του, αλλά για την ποσότητα. Είναι ο μέσος όρος που αυτοορίζεται μουσικά ως «ακούω τα πάντα». Είναι εκείνοι που βαρέθηκαν την playlist του ραδιοφώνου και πέρασαν στην υπερπολλαπλάσια και απείρως πιο αναπάντεχη playlist του iPod (η φράση «what’s on your iPod?» ήταν μια υπέροχη καραμέλα για τα νεανικά περιοδικά και τις μουσικές εκμπομπές τα τελευταία δέκα χρόνια). Και βέβαια, είναι εκείνοι που μαζεύουν μουσική απ’ όπου βρουν, συνήθως κατεβασμένη από παράνομα sites –ή πιο συχνά από τους σκληρούς δίσκους φίλων και γνωστών, χωρίς πάντως να πληρώνουν γι’ αυτήν.

Ας μην βιαστούμε να τους καταδικάσουμε: Δεν θα αγόραζαν μουσική ακόμη κι αν δεν υπήρχε το MP3. Όμως τώρα ίσως και να συγκινηθούν από ένα κομμάτι που ξεχώρισε εντυπωσιακά μέσα απ’ το ατέλειωτο shuffle τους και να ενδιαφερθούν για μια ολοκληρωμένη δουλειά του συνθέτη του. Ο κ. Μάκης Μάτσας, βέβαια, ο πρόεδρος της Minos-EMI, μού διαψεύδει την ελπίδα: «Μπορεί να διακινούνται πολύ περισσότερα τραγούδια, αλλά οι πωλήσεις πέφτουν κατακόρυφα. Η μουσική έφτασε δωρεάν σε κόσμο που δεν ενδιαφέρεται να την ψάξει περισσότερο. Και το χειρότερο είναι ότι μέσα σε όλη αυτήν την ποσότητα και σε όλα αυτά τα αυτιά, ακόμη και κάτι πολύ ποιοτικό, θα πάει χαμένο. Αναρωτηθήκατε ποτέ γιατί στην δεκαετία που έφυγε δεν εμφανίστηκε ούτε ένας πραγματικά “τεράστιος” καλλιτέχνης;».

Το τέλος του άλμπουμ
Ο προβληματισμός που θέτει ο κ. Μάτσας, η αιώνια αντίθεση της ποιότητας με την ποσότητα, που όταν το ισοζύγιο γέρνει επικίνδυνα προς τη μεριά της τελευταίας σχεδόν εξαφανίζει την πρώτη, είναι και το πιο σύνηθες ερώτημα που τίθεται από τους πολέμιους ή τους σκεπτικιστές, έστω, του iPod και του MP3. Ακόμη μεγαλύτερο ρόλο σ’ αυτό ίσως έχει παίξει ο κατακερματισμός της μουσικής, το τέλος του άλμπουμ στην ουσία, λόγω του τρόπου που πουλάει τραγούδια το iTunes. Όταν ο Στην Τζομπς, το 2003, δύο χρόνια μετά το λανσάρισμα του iPod έπειθε τις πέντε μεγαλύτερες δισκογραφικές του πλανήτη να διανέμουν τη μουσική τους μέσω του online καταστήματός του σε μορφή MP3 που θα μεταφερόταν κατ’ ευθείαν στο iPod του αγοραστή, εκείνες δεν δίστασαν να κινηθούν με το ρεύμα της επανάστασης. Τα κέρδη τους είχαν ήδη μειωθεί κατά ένα εντυπωσιακό 25% μέσα σε 5 χρόνια, λόγω του παράνομου downloading. Ήταν επιτακτική ανάγκη να βρουν νέους τρόπους προσέγγισης του κοινού.

Η μέθοδος που επελέγη ήταν η πληρωμή «ανά κομμάτι», κάτι που δεν ήταν φυσικά δυνατόν μέχρι τότε –θα κόστιζε πάρα πολύ να τυπώνουν το κάθε τραγούδι σε ξεχωριστό CD. Υπήρχε πάντα η επιλογή του κατεβάσματος ενός πλήρους άλμπουμ, αλλά η λειτουργία «0,99 δολάρια (ή ευρώ) ανά κομμάτι» ήταν αυτή που συγκίνησε το ευρύ κοινό. Οι πωλήσεις πήραν μια ανάσα, το iTunes έγινε μέσα σε 5 μόλις χρόνια, το 2008, το μεγαλύτερο κατάστημα μουσικής στον κόσμο, αλλά αυτό δεν αντέστρεψε το κλίμα: Μπαίνοντας στα ‘10s, ο τζίρος συνεχίζει να μειώνεται, παρ’ ότι αυξάνεται κατακόρυφα ο αριθμός των ανθρώπων που κατεβάζουν μουσική. Πολύ απλά γιατί η Αpple δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να κερδίσει από το iTunes (εξ ου και οι πολύ χαμηλές τιμές του), αλλά από τα iPod της. Δεν την ενδιαφέρει αν η μουσική με την οποία τα γεμίζεις είναι πληρωμένη –τής αρκεί να υπάρχουν αρκετά MP3 εκεί έξω που να σιγουρεύουν ότι θα θέλεις ένα πιο μεγάλο iPod για να τα χωρέσεις...

Την ίδια ώρα, κάποια τραγούδια πωλούσαν περισσότερο από τα άλλα του ιδίου άλμπουμ, με αποτέλεσμα οι καλλιτέχνες να αλλάξουν την φιλοσοφία τους στην σύνθεση –τουλάχιστον όσοι ενδιαφέρονταν κυρίως για την εμπορική επιτυχία- και να σβήσουν την έννοια «άλμπουμ» από τις προτεραιότητές τους. Νέα άλμπουμ, φυσικά, κυκλοφορούν συνέχεια, αλλά πια παίζουν περισσότερο τον ρόλο του αμπαλάζ για τα δύο-τρία σινγκλ που προμοτάρονται μεθοδικά ώστε να «φεύγουν» αμέσως μετά την εμφάνισή τους στο iTunes.
H κουλτούρα της γενιάς του MP3
Μοιάζουν, όμως, όλα τα παραπάνω να περιγράφουν μια δεκαετία που καταστρέφει τη μουσική. Τα πράγματα βέβαια δεν είναι ποτέ μόνο μαύρα ή μόνο άσπρα. Και κυρίως, η δύναμη της μουσικής δεν ορίζεται από τα κέρδη μιας δισκογραφικής ούτε απ’ το αν ένας καλλιτέχνης που είχε μάθει να γράφει έργα των 60 ή των 70 λεπτών που χωρούσαν σε ένα LP ή ένα CD πρέπει τώρα να αλλάξει νοοτροπία και να προσανατολισθεί προς το μεμονωμένο τραγούδι. Είπαμε, «το iPod άλλαξε για πάντα τον τρόπο που ακούμε μουσική» και παρ’ ότι οι περασμένες γενιές βλέπουν με σκεπτικισμό την αλλαγή αυτή, οι νέοι που μεγάλωσαν από το 2001 και μετά, οι τότε πιτσιρικάδες με τα λευκά ακουστικά στ’ αυτιά που δεν είχαν γνωρίσει την προηγούμενη κατάσταση, οι σημερινοί 25άρηδες και οι νεώτεροι θα έφριτταν ίσως με όλα όσα ήταν δεδομένα μέχρι τα τέλη των ‘90s: Με το πόσο δύσκολο ήταν για έναν ανεξάρτητο καλλιτέχνη να κυκλοφορήσει τη μουσική του (κάτι που σήμερα είναι παιχνιδάκι με το MP3 και το Internet), με το πού έπρεπε να ταξιδέψεις για να βρεις ένα σπάνιο δισκάκι που ήθελες να ακούσεις (όταν πια τα πάντα είναι απλώς ένα κλικ μακριά) και κυρίως με το γεγονός ότι πραγματική γνώση της μουσικής είχαν αποκλειστικά όσοι μπορούσαν να ξοδέψουν μια περιουσία για να αποκτήσουν έστω και μόνο τα πιο εμβληματικά άλμπουμ της ιστορίας.

Και ίσως να μας χλεύαζαν εμάς τους παλιότερους και τις εμμονές μας στα περίτεχνα εξώφυλλα, τους λαμπάτους ενισχυτές, τα είδωλά μας, για το οποία δεν σηκώναμε μύγα στο σπαθί μας. Γιατί, στο κάτω κάτω της γραφής, η μουσική είναι ένα πολύ απλό πράγμα, είναι ακόμη και το αυθόρμητο σφύριγμα ενός σκοπού που μπορεί να σε κάνει να νιώσεις θαυμάσια, ή το άκουσμα του αγαπημένου σου τραγουδιού που τυχαίνει να παίζει σαν ringtone στο κινητό του διπλανού. Για την ίδια την Αpple υπήρξε ο προπομπός μιας σειράς άλλων μικρών συσκευών που εκτίναξαν την δημοφιλία της και που άλλαξαν ακόμη περισσότερο την δική μας καθημερινότητα. Με το πέρασμα στα ‘10s οι πωλήσεις του iPod σιγά σιγά φθίνουν και όλο και περισσότερο συζητιέται πως η Apple μάλλον τείνει στο να το εγκαταλείψει. Δεν είναι βέβαια ακριβώς έτσι τα πράγματα. Στην ουσία το iPod πια κρύβεται μέσα σε κάθε iPhone, μέσα σε κάθε iPad και η επανάσταση που έχει φέρει, η πρόσβαση σε οποιοδήποτε τραγούδι από οποιοδήποτε σημείο του κόσμου είναι πια ένα από τα ακλόνητα δεδομένα της καθημερινής μας επαφής με την τέχνη. Ας σκεφτούμε πόσο τεράστια δύναμη κρύβει αυτή η διαπίστωση, πόσες ελπίδες δίνει για το αύριο της μουσικής, και μετά ας αποφασίσουμε αν τελικά μας πειράζει τόσο πολύ που στην δεκαετία που πέρασε δεν βγήκαν οι «νέοι Beatles» ή που το μοντέλο της δισκογραφίας που λειτουργούσε απαράλλαχτο για 80 σχεδόν χρόνια έφτασε στον μαρασμό του.
 
Πηγή: To κείμενο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό "Κ" της "Καθημερινής", στις 3.4.2011

Η Θεωρία των Σπασμένων Παραθύρων



(της Λένας Φουτζίτση)

Το 1993 δήμαρχος της Νέας Υόρκης έγινε ο Ρούντι Τζουλιάνι, ο οποίος έμεινε στην ιστορία ως ο ρεπουμπλικάνος με το σλόγκαν «μηδενική ανοχή». Έκτοτε, πολλοί (δήμαρχοι, υπουργοί, αρχηγοί αστυνομίας) βιάστηκαν να το χρησιμοποιήσουν, ερμηνεύοντάς το κατά βούληση, εφαρμόζοντας κρατικό τραμπουκισμό, αγνοώντας πλήρως τη σημασία του.

Ναι, η αστυνόμευση αυξήθηκε, αλλά όχι με στόχο τον ξυλοδαρμό συνταξιούχων. Για 6 χρόνια, «μηδενική ανοχή» στο μετρό σήμαινε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να βγει από το μηχανοστάσιο συρμός βρόμικος, με σπασμένα τζάμια και με χαλασμένες πόρτες. Οι σπασμένες λάμπες, οι ξεθωριασμένες πινακίδες, όλα διορθώνονταν μέσα σε ώρες. Παράλληλα, «μηδενική ανοχή» και απέναντι στη συμπεριφορά των επιβατών: ξεκίνησαν συλλήψεις για δημόσια ούρηση και για καταστροφή περιουσίας - δεν μιλάμε για «προληπτικές συλλήψεις» ούτε για «εξακριβώσεις», και μιλάμε για εποχές που τα υπόγεια της πόλης ήταν ζούγκλα, αληθινό φυτώριο αντικοινωνικής συμπεριφοράς, με μόνο κανόνα την επιβολή του δυνατότερου.

Ναι, το σύστημα απέδωσε: ο φωτισμός και η καθαριότητα (τόσο απλά!) μείωσαν απείρως πιο βίαια εγκλήματα, όπως οι ξυλοδαρμοί, οι βιασμοί και οι φόνοι. Πρόκειται για την εφαρμογή της θεωρίας των «σπασμένων παραθύρων», δημιούργημα των κοινωνιολόγων James Q. Wilson και George L. Kelling το 1982, σύμφωνα με το οποίο το συντηρημένο περιβάλλον αποθαρρύνει τη βίαιη συμπεριφορά.

Ένα σπασμένο τζάμι που δεν αντικαθίσταται σημαίνει εδώ δεν υπάρχει ιδιοκτήτης, δεν υπάρχει ενοικιαστής, το πεδίο είναι ελεύθερο. Αντιρρήσεις υπάρχουν, όμως το πείραμα επαναλήφθηκε στο Lowell της Μασαχουσέτης με τα ίδια αποτελέσματα. Σε κάποιες υποβαθμισμένες περιοχές της πόλης οι δημοτικές αρχές άρχισαν να μαζεύουν εντατικά τα σκουπίδια, να αντικαθιστούν σπασμένες λάμπες, να διορθώνουν πεζοδρόμια, φανάρια και τη σήμανση των δρόμων. Σε άλλες, με αντίστοιχα προβλήματα, αύξησαν μόνο την αστυνόμευση. Μαντέψτε σε ποιες από τις δύο περιπτώσεις μειώθηκαν οι κλήσεις προς την αστυνομία κατά 20%.

Η Αθήνα υποφέρει τρομακτικά σε θέματα συντήρησης αστικού εξοπλισμού και τα πράγματα είναι χειρότερα εκεί όπου είναι πιο επικίνδυνα (και τούμπαλιν). Παράλληλα, όλοι ξέρουμε πόσο αλλάζει η συμπεριφορά των Αθηναίων μέσα στο μετρό. Η συνήθης ερμηνεία είναι ότι «στο μετρό υπάρχει αστυνόμευση». Τα πράγματα σπάνια είναι όσο απλά φαίνονται. Ίσως τελικά να πρόκειται για καταπληκτική απόδειξη της θεωρίας των «σπασμένων παραθύρων».

Πηγή:  LIFO, 27.04.2011

Τετάρτη 13 Ιουλίου 2011

Γιάννης Αγγελάκας - Συνέντευξη

Γιάννης Αγγελάκας: «Η παλιά Ελλάδα έχει φύγει από μπροστά μας»



(Συνέντευξη στους Φώτη Βαλλάτο, Γιώργο Μιχαλόπουλο)

Πώς σου φαίνεται η κατάσταση με τις πλατείες;
Μια χαρά. Φαντάζομαι πως όλοι αυτοί οι «Αγανακτισμένοι», που ήταν απολιτίκ μέχρι πριν από λίγο, είναι οι άνθρωποι ή τα παιδιά των ανθρώπων που είχαν βολευτεί με την ψευτο-ευμάρεια της πασοκικής δεκαετίας του ’90 και των αρχών του 2000. Τώρα βρεθήκανε γυμνοί, οι ψευδαισθήσεις κάηκαν, βρίσκονται τετ α τετ με τον εαυτό τους, οπότε ελπίζω να είναι μια καλή ευκαιρία για αυτοκριτική αλλά και για να καταλάβουν οι σημερινοί πιτσιρικάδες πως μπορούν να στήσουν ένα καινούργιο ήθος, ν’ αποκτήσουν μια νέα πολιτική δράση και ευθύνη μέσα από αυτήν τη συλλογικότητα και να εντοπίσουν τα λάθη που έκαναν οι παλαιότεροι. Υπάρχει μια καινούργια γενιά που έχει την ευκαιρία να σκεφτεί αλλιώς, να δράσει αλλιώς και να προτείνει πράγματα. Σε μια χώρα όπου ο καθένας είχε κλειστεί στο σπίτι του, στην οικογένειά του, στα δάνειά του, στα αυτοκίνητά του και στον καναπέ του, έστω και διά της «βίας» βγήκε στον δρόμο, γιατί τώρα πια δεν έχει τίποτα απ’ αυτά. Το βλέπω με συμπάθεια το κίνημα, αν και πιστεύω ότι θα έπρεπε να είχαμε αντιδράσει πολύ νωρίτερα και όχι όταν φτάσαμε ν’ αντιμετωπίζουμε πρόβλημα επιβίωσης. Θα πρέπει να είσαι βλάκας για να μην έχεις καταλάβει τι γινόταν τόσο καιρό. Τι διάολο; Έχουμε χάσει τον φυσιογνωμισμό μας; Δεν ξέρουμε ποιοι είναι απατεώνες και υπαλληλάκοι;

Εσύ θα έβλεπες τον εαυτό σου μέσα σ’ ένα γκρουπ ανθρώπων, να πετάει πέτρες και μολότοφ στους αστυνομικούς και στη Βουλή;
Όχι, σε καμία περίπτωση. Εγώ, και πριν γίνουν οι συγκεντρώσεις των «Αγανακτισμένων», έλεγα ότι ο ωραιότερος τρόπος ήταν να βγούμε όλοι στους δρόμους χωρίς βία και ν’ απαιτήσουμε καλύτερη πολιτική και καλύτερο τρόπο διαχείρισης του πλούτου μας και της δημοκρατίας.

Γιατί υπέγραψες για την πρωτοβουλία συγκρότησης της Επιτροπής Λογιστικού Ελέγχου για το Δημόσιο Χρέος; Θα έχεις χρόνο να συμμετάσχεις ή το έκανες για συμβολικούς λόγους;
Δεν το πολυσκέφτηκα, να σου πω την αλήθεια. Οποιαδήποτε κίνηση για να ελέγξουμε λίγο παραπάνω τα πράγματα θετική μου φαίνεται. Οποιαδήποτε αμφισβήτηση της παρούσας κατάστασης είναι απαραίτητη. Δηλαδή, πρέπει να δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα οτιδήποτε συμβαίνει; Γιατί να μη μάθουμε ποιο κομμάτι απ’ όλα αυτά τα χρήματα φαγώθηκε και ποιο χάθηκε στον δρόμο;

Πιστεύεις ότι οι βουλευτές είναι κλέφτες; Ότι το πολιτικό σύστημα μας έκλεβε όλα αυτά τα χρόνια;
Έλα, μωρέ, τώρα. Αν διαβάσεις την ιστορία του νεοελληνικού κράτους, ειδικά το βιβλίο του Ραφαηλίδη, την (Κωμικοτραγική) Ιστορία του Νεοελληνικού Κράτους, που ξεκινάει από το ’27 και φτάνει μέχρι και το ’74, πάντα αυτά γίνονταν. Ήταν ολοφάνερο ότι ήμασταν ένα προτεκτοράτο και όσοι ήταν στην εξουσία, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όπως ήταν ο Βενιζέλος και ελάχιστοι άλλοι, που κι αυτοί έκαναν λάθη, αλλά είχαν και μια ευστροφία και μια ευφυΐα πολιτική, οι περισσότεροι ήταν καθαροί υπάλληλοι ή και πράκτορες. Αν έχεις υπόψη σου την Ιστορία, δεν υπήρξαμε ποτέ ανεξάρτητο κράτος. Δεν το λέω εγώ αυτό, το λέει η Ιστορία. Έχω ξαναπεί ότι καλό είναι να βγαίνουμε στο Σύνταγμα και να σηκώνουμε σημαίες, αλλά καλό είναι να ξέρουμε μας από πού ξεκινάει η ρίζα του κακού. Όλοι μας έλεγαν ψέματα όλα αυτά τα χρόνια και όλοι ήταν κλέφτες. Και αν έσκαγε μύτη και κανένας πιο τίμιος, τον έτρωγε το μαύρο φίδι.

Ο λαός δεν έχει καμία ευθύνη σε όλο αυτό;
Φυσικά και έχει, γιατί από τη μια δεν γνωρίζει και δεν ψάχνεται, και από την άλλη δεν θέλει να μάθει την αλήθεια, γιατί ψευτο- βολεύεται. Οι Έλληνες εύκολα κάθονται στ’ αβγά τους, εύκολα ιδιωτεύουν. Επίσης, οι Αριστεροί, όταν έδειξαν διάθεση για αμφισβήτηση, κυνηγήθηκαν, εξαφανίστη- καν, μετανάστευσαν σε άλλες χώρες, κι έτσι ήμασταν πάντα έρμαιο των κοτζαμπάσηδων.

Εσύ δεν έχεις κάποια ευθύνη;
Λίγο-πολύ όλοι έχουμε κάποια ευθύνη, αλλά νιώθω λίγο πιο καθαρός σε σχέση με τον εαυτό μου, γιατί τις εποχές που όλοι πίστευαν ότι τα έχουν όλα και είναι μάγκες και η ζωή είναι επιδοτήσεις, σκυλάδικα και ψευτογκλαμουριές και τηλεόραση, πάντα ήμουν απέναντι σε όλα αυτά και τα έκραζα. Τότε με έβριζαν και ως γραφικό. Έχει τύχει να μου πουν «αν δεν σ’ αρέσει, να φύγεις από τη χώρα». Εγώ, τουλάχιστον, μιλούσα όταν όλοι σιωπούσαν.

Πιστεύεις ότι μια κοινωνική εξέγερση μπορεί ν’ ανατρέψει τα πράγματα;
Πιστεύω ότι ο κόσμος έχει δύναμη σε όλο τον πλανήτη. Είναι 6,5 δισ. κόσμος που ελέγχεται από 200- 300 οικογένειες και η τακτική των κυβερνήσεων είναι «διαίρει και βασίλευε», κράτα τον κόσμο στην άγνοια, στο κακό γούστο και στη διάσπαση. Έτσι χάνεται πάντα το παιχνίδι και δεν γίνεται ο κόσμος πιο δίκαιος.
Είσαι εναντίον των παιδιών που βγήκαν στους δρόμους στα Δεκεμβριανά και τα έσπασαν όλα;
Τα Δεκεμβριανά ήταν πιο πολύ ένα συναισθηματικό ξεσπάθωμα των πιτσιρικάδων. Επειδή είναι πιο ευαίσθητοι, μυρίζονται τα πράγματα και αντιδρούν πιο αυθόρμητα, απλώς από κει και πέρα χρειάζεται περισσότερη σκέψη και γνώση.

Έχεις δηλώσει ότι απογοητεύτηκες και από τη στάση της Αριστεράς, και κυρίως του Συνασπισμού, τότε.
Ο Συνασπισμός πήγε να αρθρώσει κάτι, αλλά δεν τα κατάφερε, γιατί οποιοδήποτε κόμμα βρίσκεται αυτήν τη στιγμή μέσα στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι έχει κάποια όρια. Δηλαδή, αν πάει να μιλήσει λίγο παραπάνω, αντιμετωπίζει το κλασικό ψευτοδίλημμα «είσαστε με την κοινοβουλευτική δημοκρατία ή όχι, είσαστε με τους κουκουλοφόρους, με τους ανατροπείς της τάξης;». Λες και είναι δημοκρατία αυτό που βιώνουμε τώρα ή αυτό που εκπροσωπούν αυτοί οι 300 στη Βουλή. Πάντως, γενικά η Αριστερά τα τελευταία χρόνια δεν στάθηκε στο ύψος της ιστορίας της και της δουλειάς που έχει να κάνει ως Αριστερά σε αυτό τον τόπο, να αμφισβητήσει, να ξαναθέσει θέματα.

Σε ποιο μοντέλο πιστεύεις; Στο σοσιαλιστικό, στο κομμουνιστικό, στο αναρχικό;
Πιστεύω στη δύναμη του ελεύθερου πολίτη. Του πολίτη που αναλαμβάνει την ατομική και τη συλλογική του ευθύνη.

Πρακτικά μπορεί να λειτουργήσει αυτό;
Ήδη λειτουργεί, έστω και κάπως αμήχανα ή λίγο ανώριμα. Κάπως λειτουργεί, πάντως. Ό,τι έχει συμβεί αυτή την τελευταία εβδομάδα, η αναστάτωση και ο πανικός της κυβέρνησης, αυτός ο δήθεν ανασχηματισμός, προήλθε από την πίεση που ασκήθηκε απ’ τους ανθρώπους που βγήκαν στον δρόμο. Ήταν μια αντανάκλαση του πανικού.

Άρα η πολιτική κρίση της προηγούμενης Τετάρτης ήταν και κατόρθωμα των «Αγανακτισμένων»;
Ναι, και νομίζω πως τώρα συνειδητοποιούν τη δύναμή τους. Αυτό που έγινε την Τετάρτη, ο τρόπος που η αστυνομία τούς έδιωξε απ’ το Σύνταγμα, ήταν τόσο πρόστυχος, τόσο φανερή κίνηση προστασίας του συστήματος, που σημαίνει πως είναι μια υπολογίσιμη δύναμη. Φάνηκε, άλλωστε, και από τους πολιτικούς, που νερώνουν λίγο το κρασί τους: έκαναν ανασχηματισμό και θέλουν να βρουν έναν τρόπο να μιλήσουν μαζί τους. Νομίζω πως πλέον τους παίρνουν σοβαρά υπόψη τους. Και ήταν κάτι τόσο εύκολο! Θα μπορούσε να είχε συμβεί πριν από έναν χρόνο και να έχουμε γλιτώσει πολλά. Ποτέ δεν είναι αργά όμως. Μυρίζει πανικό η κυβέρνηση πλέον, κι αυτό σίγουρα έχει να κάνει με τους «Αγανακτισμένους». Ελπίζω να καταλάβουν πως η πολιτική δράση, και ειδικότερα η ανεξάρτητη, μακριά από κόμματα, μπορεί να φέρει αποτελέσματα που δεν τα είχαμε φανταστεί μέχρι τώρα. Πρέπει πάντα, όμως, να υπάρχει η αυτοκριτική, αλλιώς θα γυρίσουμε πάλι στα ίδια. Όταν μια κοινωνία ευημερεί, αν δεν σκεφτεί να προχωρήσει σε πνευματικό και ηθικό επίπεδο, θα καταστραφεί. Κι αυτό πάθανε. Ας το πάρουμε όλοι χαμπάρι κι ας γίνουμε περισσότερο κοινωνικά όντα, με μεγαλύτερη κοινωνική συνείδηση.

Όλη αυτή η κατάρρευση των πάντων θα επιφέρει στο τέλος και κάποια διόρθωση των πραγμάτων;
Εγώ από τη φύση μου πάντα πίστευα ότι αν θέλουμε να πάμε ένα βήμα μπροστά, θα πρέπει να καταρρεύσουν πολλά πράγματα. Ίσως χρειαστεί να περάσουμε και λίγο δύσκολα, αλλά στις δυσκολίες αφυπνίζονται οι άνθρωποι, καλώς ή κακώς.

Έχεις καταφερθεί πολλές φορές εναντίον της τηλεόρασης. Τώρα χαίρεσαι που κι αυτή αντιμετωπίζει μεγάλα οικονομικά προβλήματα;
Έχει πολλή πλάκα, γιατί ακόμα συνεχίζουν τα μεσημεριανά, τα δήθεν γκλάμουρ, σαν να μην έχουν πάρει χαμπάρι ότι έχουν πεθάνει. Είναι λίγο ζομπιλίκι όλο αυτό. Προσωπικά, δεν ανοίγω και πολύ συχνά την τηλεόραση. Καμιά φορά το κάνω από διαστροφή. Για τη μελέτη των κοπράνων.
Παρ’ όλα αυτά, τα κανάλια έχουν αγκαλιάσει τα κινήματα της πλατείας. Τα βλέπουν με συμπάθεια και τα προβάλλουν συνεχώς.
Όταν δημιουργούνται ισχυρά αντίπαλα κινήματα που αμφισβητούν σταθερές αξίες και μαζικοποιούνται, αναγκάζονται να τρέξουν από πίσω τους. Η αλαζονεία τους και η άποψή τους είναι ότι ο κόσμος τούς ακολουθεί. Η παλιά Ελλάδα έχει φύγει διαπαντός από μπροστά μας, κι αυτό έχει και τα καλά του. Ένας απ’ τους λόγους νομίζω ότι είναι πως η τηλεόραση δεν έχει τη δύναμη που είχε τη δεκαετία του ’90. Τώρα, λοιπόν, που τους ξεπερνούν τα πράγματα, τα ΜΜΕ έχουν αναγκαστεί να τρέχουν πίσω από την πραγματικότητα. Καλά να πάθουν!

Απέναντι στην Εκκλησία συνεχίζεις να έχεις επιθετική στάση;
Όχι όσο παλιότερα. Νομίζω ότι δεν είναι και η εποχή της. Σίγα-σιγά ξεπερνιέται, γιατί και η Εκκλησία ήταν στα πάνω της όταν όλα είχαν μια επίφαση ότι πάνε καλά.
Ναι, αλλά στη Θεσσαλονίκη ο Άνθιμος συνεχίζει το πατριωτικό κήρυγμά του από τα παράθυρα των καναλιών.
Ε, εντάξει, ο Άνθιμος μιλάει σε κάτι γιαγιάδες και σε κάτι παππούδες. Ένας γραφικός είναι, για να τον βλέπουμε στην τηλεόραση και να γελάμε. Ο Χριστόδουλος ήταν πολύ πιο επικίνδυνος.

Επίσης, τελευταία βλέπουμε διάφορους συναδέλφους σου, καταξιωμένους καλλιτέχνες, να παρεμβαίνουν στη δημόσια ζωή και την πολιτική είτε με κινήσεις, όπως η Σπίθα του Θεοδωράκη, είτε με δηλώσεις για τους μετανάστες, όπως αυτές του Σαββόπουλου.
Δεν νομίζω ότι ο Σαββόπουλος το εννοούσε ακριβώς έτσι, αλλά, όπως και να ’χει, ήταν μια αφελής πρόταση. Πάντως, ένας άνθρωπος που τα έχει ζήσει αυτά, έχει δει τι γινόταν τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, έχει δει δικτατορίες κι εξορίες, θα έπρεπε να προσέχει όταν μιλάει για «νησιά». Δεν μπορώ να καταλάβω. Έχουν ξεχαστεί τελείως; Έχουν χάσει κάθε ίχνος μνήμης;
Θα δεχόσουν να πάρεις επιχορήγηση από το υπουργείο Πολιτισμού;
Θα ντρεπόμουν να πάρω λεφτά από ένα υπουργείο που ποτέ δεν λειτούργησε υπέρ του πολιτισμού.

Τι θα θέλαμε αύριο;
Δεν ξέρω. Ο παλιός κόσμος τελείωσε και πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα κατάσταση. Δεν μπορώ να φανταστώ αυτήν τη Βουλή να συνεχίζει με αυ- τούς τους ανθρώπους. Δεν ξέρω πώς μπορεί να γίνει. Δεν είμαι και πολιτικός. Ερωτήματα βάζω. Η έννοια της πολιτικής, όπως την ξέραμε μέχρι τώρα, είναι φανερό πως έχει τελειώσει. Πλέον, ξέρουμε πολύ καλά πως είχαμε να κάνουμε με απατεώνες. Υπήρχαν πολλοί που δεν ήθελαν να το δουν παλιότερα, αλλά το έχουν δει τώρα.

Μεγαλώνοντας, τι έχει αλλάξει μέσα σου;
Έχω γίνει πιο ψύχραιμος, αλλά δεν έχω αλλάξει και πολλά πράγματα. Αυτό που είχα πάρει χαμπάρι από την εφηβεία μου, ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο που στηρίζεται σε μια σύμβαση και σε μια υποκρισία, από τον τελευταίο πολίτη μέχρι τον πρωθυπουργό, και ότι με το χρήμα μπορείς να εξαγοράσεις τα πάντα, αυτό το ξέρω ακόμα.

Σε ποια πράγματα επιστρέφεις όταν θέλεις να πάρεις δύναμη;
Έχω αντλήσει πολλή δύναμη από την τέχνη. Από την Έρημη Χώρα του Έλιοτ, απ’ όλο τον Βάρναλη, απ’ τον Ουίλιαμ Μπλέικ.

Τελικά, ο χαμένος τα παίρνει όλα ή όχι;
Δεν έχει τελειώσει ακόμα το παιχνίδι.

Πηγή:  LIFO, 22.06.2011

Τετάρτη 6 Ιουλίου 2011

Η Ματιά ενός Έλληνα του Εξωτερικού

"Το βλέμμα ενός εκτός Ελλάδας Ελληνα"



 (του Βασίλη Μαχιά)


Εγκατέλειψα την Ελλάδα προ εφταετίας. Τις καλές εποχές δηλαδή. Ολυμπιακοί, ευρωπαϊκό, Eurovision και καφάσια οι άδειες σαμπάνιες στη Μύκονο. «Που πας;», με ρωτούσαν απορημένοι οι φίλοι μου. «Πουθενά δεν θα βρεις καλύτερα!». Τώρα πια η στάση τους έχει αλλάξει. «Μη τυχόν και γυρίσεις! Καλά είσαι εκεί. Δεν παλεύεται εδώ η κατάσταση.».

Όχι, ουδεμία αίσθηση διορατικότητας είχα για τα δεινά που έμελε να ακολουθήσουν. Προφήτης δεν είμαι, πόσο δε μάλλον σοφός. Πολύ απλά δεν είχα «δόντι», κομματικό μέσο, γνωριμίες ή οικογενειακή επιχείρηση. Αλλά ούτε και τη διάθεση να ανταγωνιστώ αυτούς που τα είχαν. Με λίγα λόγια, καμία τύχη. Είχα ανάγκη από ένα σύστημα που να προστατεύει τον πολίτη από την ανομία. Ένα σύστημα που να αποδέχεται ως αλήθεια το αυτονόητο, να επιβραβεύει το άριστο και να απορρίπτει τον παραλογισμό. Τα κουβαδάκια μου, δηλαδή, και σε άλλη παραλία!

Θα μου πείτε τώρα, δικαίως, «τι δουλειά έχεις εσύ να εκφέρεις άποψη για τα τεκταινόμενα; Τι σε κόφτει; Αφού είσαι αμέτοχος, δεν σε αγγίζουν ούτε το μεσοπρόθεσμο, ούτε οι οριζόντιες μειώσεις μισθών και συντάξεων.»  Οι πιο παθιασμένοι θα βιαστούν να με κρίνουν. «Έξω από το χορό πολλά τραγούδια λες. Δεν κάθεσαι στα αυγά σου εκεί στο Λονδίνο και άσε μας εμάς να κάνουμε ό,τι νομίζουμε.» Σωστό, εν μέρει. Αλλά επειδή ακριβώς είμαι αμέτοχος διαθέτω και το εξής πλεονέκτημα. Βλέπω τα πράγματα αποστασιοποιημένος από πάθη και συγκινησιακές φορτίσεις. Με ψυχρή λογική. Κι έτσι λογικά και ψυχρά επιθυμώ να εκφράσω την ακόλουθη απορία προς άπαντες αγανακτισμένους. Μα, αλήθεια, πραγματικά δεν γνωρίζετε ποιοι τα φάγανε τα λεφτά; Δεν έχετε την παραμικρή ιδέα ποιοι είναι οι κλέφτες, οι ψεύτες κι οι λωποδύτες; Θέλετε να τους ξετρυπώσετε, το γνωρίζω, μα πολύ φοβάμαι πως ψάχνετε σε λάθος κρυψώνες. Ας σας δώσω εγώ λοιπόν μερικά παραδείγματα (συγχωρέστε μου τις γενικεύσεις, προφανώς και υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις):

·         Κλέφτες είναι οι χρυσοί ολυμπιονίκες μας που αφού μας χάρισαν την ψευδαίσθηση εθνικής ανάτασης τσεπώνοντας ταυτόχρονα τα πλουσιοπάροχα πριμ της πολιτείας, αποδείχτηκαν στην πλειοψηφία τους ντοπέ. Τσάμπα τα κροκοδείλια δάκρυα που έχυσαν μπροστά στις κάμερες. Ο Έλλην φορολογούμενος πλήρωσε!
·         Κλέφτες, όπως αποδεικνύεται, είναι οι πρόεδροι των ομάδων σας τους οποίους αποθεώνετε τις Κυριακές μεσημέρια διότι «στήνουν» παιχνίδια, ξεπλένουν βρώμικο χρήμα και ζημιώνουν τόσο το κράτος (ΟΠΑΠ) όσο και όσους δοκιμάζουν την τύχη τους παίζοντας στοίχημα.
·         Κλέφτες επίσης οι ιδιοκτήτες καμπόσων νυχτερινών μαγαζιών όπου χρόνια ολόκληρα αφήνατε μηνιάτικα και δώρα (πάλε ποτέ) για μια ζεμπεκιά, για το καλό το πρώτο τραπέζι, για φιστίκια, αλκοόλ και γαρούφαλλα. Αποδεδειγμένες οικονομικές ατασθαλίες, εκτεταμένη φοροδιαφυγή, παραβίαση αδειών λειτουργίας κλπ.
·         Κλέφτες  αρκετοί από τους εθνικούς τροβαδούρους μας που ξέχασαν ή αμέλησαν να δηλώσουν τα εισοδήματά τους. Με πρώτο και καλύτερο βέβαια τον τραγουδιστή-αηδόνι, σύζυγο νυν βουλευτού και πρώην υπουργού. Μα, με ψίχουλα θα ασχολούμεθα τώρα κύριε δικαστά;
·         Κλέφτης ο ταξιτζής που με χρεώνει διπλά και τριπλά για μία κούρσα αεροδρόμιο-Κολωνό κάθε φορά που επισκέπτομαι την Αθήνα. Λόγω κάποιας περίεργης σύμπτωσης μάλιστα το «καπέλο» αποδεικνύεται πάντα υψηλότερο τις φορές που παραδέχομαι πως ζω μόνιμα έξω. Αθάνατη Ελληνική φιλοξενία! Για απόδειξη δε ούτε ερώτημα.
·         Κλέφτες οι μοναχοί που επιδίδονται σε business εκατομμυρίων με ξιπασμένους πολιτικούς καλώντας σας  ταυτόχρονα σε προσευχή και νηστεία. Κατά τα άλλα, τα του καίσαρος τω καίσαρι και τα του θεού τω θεώ.
·         Κλέφτες και οι παπάδες που τσεπώνουν αδήλωτα τρακοσάρια «για την εκκλησία» από γάμους και βαφτίσια. Και ο δίσκος φυσικά να γυρίζει.
·         Κλέφτης ο καφετζής στην Πλάκα στης Κρήτης που αρνείται πεισματικά να χτυπήσει στην ταμιακή του το φραπεδάκι που παραγγέλνω για την παραλία.
·         Κλέφτης και ο εφημεριδοπώλης στο διπλανό χωριό της Ελούντας για τον ίδιο λόγο.
·         Κλέφτες οι εφοριακοί που κάνουν τα στραβά μάτια στους φοροφυγάδες.
·         Κλέφτες οι αστυνομικοί που χρηματίζονται για να παρέχουν προστασία σε άλλους  κλέφτες.
·         Κλέφτες όσοι παίρνουνε άδεια από την σημαία γιατί πληρώνονται χωρίς να παράγουν.
·         Κλέφτες όσοι ζητάνε διευκολύνσεις και ρουσφέτια για «το παιδί που ζορίζεται στο στρατόπεδο» και «την θυγατέρα με τα τέσσερα μάστερ που θέλει να δουλέψει στην τοπική ΔΕΚΟ». 
·         Κλέφτες οι δημόσιοι υπάλληλοι που την κοπανάνε από το γραφείο στις 12:30. Κλέφτες και οι συνάδελφοί τους που τους χτυπάνε την κάρτα. Αλλά είπαμε: μεταξύ κατεργάρηδων αλληλεγγύη..
·         Κλέφτες οι υπάλληλοι δήμων και νομαρχιών που εκδίδουν μεν τιμολόγια αλλά πλαστά.
·         Κλέφτες οι ιδιοκτήτες αυθαιρέτων γιατί πολύ απλά αυθαιρέτησαν.
·      Κλέφτες και οι μηχανικοί που παραβαίνουν τους όρους δόμησης για να βγάλουν παραπάνω τετραγωνικά ως υπερυψωμένα υπόγεια και ημιυπαίθριους.
·         Κλέφτες οι επίορκοι δικαστές και οι φίλοι τους δικηγόροι που εμπλέκονται σε κυκλώματα.
·         Κλέφτες οι συνδικαλιστές που παραλύουν το κράτος, μας κόβουν το ρεύμα και ζημιώνουν όσους επιθυμούν να δουλέψουν.
·         Κλέφτες οι εκπαιδευτικοί που λαμβάνουνε μαύρα από ιδιαίτερα.
·         Κλέφτες οι δημοσιογράφοι που κουβαλούν μετρητό αγνώστου προελεύσεως σε πλαστικές σακούλες απορριμμάτων.
·         Κλέφτες οι καθηγητές πανεπιστημίου που διορίζουν παιδιά και εγγόνια στις σχολές τους με αδιαφανείς διαδικασίες. Αν δεν κοιτάξεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει.
·         Κλέφτες αυτοί που πωλούν τενεκέδες λάδι παραγωγής τους χωρίς να δηλώνουν το επιπλέον εισόδημα.
·         Κλέφτες γιατροί και φαρμακοποιοί που στήνουν εισπρακτικές εταιρίες στην πλάτη των ασθενών γράφοντάς τους αχρείαστα φάρμακα που ασφαλώς κάποιος εν τέλει πρέπει να πληρώσει (τα ασφαλιστικά ταμεία γι' αυτούς που αναρωτιούνται).
·         Κλέφτες οι νοικοκύρηδες που διατηρούν ανασφάλιστες οικονόμους και στερούν πόρους από τα ταμεία.
·         Κλέφτες οι αιώνιοι φοιτητές γιατί καταναλώνουν κρατικούς πόρους κωλοβαρώντας.

Κλέφτες, κλέφτες, κλέφτες. Μιάμιση σελίδα κλέφτες (ενδεικτικά). Συμπέρασμα; Κλέφτες υπάρχουν πολλοί. Αλλά εσείς βεβαίως δεν ανήκετε σε καμία από τις παραπάνω κατηγορίες. Ούτε και που πήρε το μάτι σας κάτι ύποπτο, κάτι ανάρμοστο γύρω σας τόσα χρόνια. Όχι, εσείς είστε όλοι τα θύματα μίας μεγάλης πλεκτάνης. Μιας αμερικανοσιωνικής συνομωσίας ενάντια στο ταλαίπωρο Ελληνικό έθνος που αρνείται να καταναλώσει κουτόχορτο αντιστεκόμενο στα αντιλαϊκά σχέδια των πολυεθνικών. Κούνια που μας κούναγε! ΚΛΕΦΤΕΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ! ΕΓΩ, ΕΣΥ, Ο ΔΙΠΛΑΝΟΣ ΜΑΣ. ΟΛΟΙ ΜΑΣ!

Την αγανάκτησή σας λοιπόν δεν την συμμερίζομαι. Το αίσθημα αδικίας σας δεν το καταλαβαίνω. Για ένα πράγμα μονάχα εξακολουθώ να αναρωτιέμαι. ΠΟΥ ΠΗΓΕ Η ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ ΣΑΣ ΜΩΡΕ ΈΛΛΗΝΕΣ; Έχουμε καταντήσει οι ψωμοζήτουλες της Ευρώπης εξαρτώντας την επιβίωση μας από λεφτά άλλων. Και όταν αυτοί μας τα δίνουν (ναι, με τόκο βεβαίως - κι εμείς το ίδιο θα κάναμε), εμείς τους ζητάμε και τα ρέστα. Απαιτούμε. Εκβιάζουμε. Θεωρούμε πως μας έχουν ανάγκη. Πως μας οφείλουν χρέος μεγάλο επειδή κάπου κάποιοι κάποτε σε αυτόν τον τόπο παρήγαγαν πολιτισμό. Επειδή τότε εκείνοι κοιμόντουσαν ακόμα στις σπηλιές με τα αγρίμια. Οι εποχές άλλαξαν Έλληνες και εμείς αμελήσαμε να επιβιβαστούμε στο τρένο του χρόνου.

Ας πάρουμε μερικά μαθήματα από το παράδειγμα άλλων πραγματικά υπερήφανων λαών, όπως οι Ιάπωνες λόγου χάρη. Ξεφυλλίζω μία εκ των μεγαλύτερης κυκλοφορίας εφημερίδων στη Μ. Βρετανία λίγες εβδομάδες μετά την ανυπολόγιστη τραγωδία που χτύπησε το νησί τους. Ολοσέλιδη καταχώρηση υπογεγραμμένη από τον ίδιο τον Ιάπωνα πρωθυπουργό. Αναφέρεται στην οικονομική βοήθεια που προσέφερε ο Βρετανός φορολογούμενος στο δοκιμαζόμενο έθνος του. «Από τα βάθη της καρδιάς μας σας ευχαριστούμε για την αμέριστη συμπαράσταση σας τούτες τις δύσκολες ώρες. Ο Ιαπωνικός λαός δεν ξεχνά. Θα ορθοποδήσουμε. Θα ανταποδώσουμε. Ευχαριστούμε.»

Ευχαριστούμε. Έτσι απλά. Αντρίκια. Λακωνικά. Εμείς εξακολουθούμε να θεωρούμε πως τα λεφτά που μας δανείζουν οι ξένοι ξεφυτρώνουν ως μάννα εξ' ουρανού. Δίχως κόπο. Δίχως ιδρώτα. Δίχως δουλειά. Έχουμε καταντήσει τόσο εγωπαθείς που αδυνατούμε να αντιληφθούμε πως τα λεφτά δεν ανήκουν σε αόρατους αιμοδιψείς τραπεζίτες, πως δεν είναι παρά οι οικονομίες νοικοκυριών και συνταξιούχων, οι καταθέσεις τους, τα αποθεματικά των ασφαλιστικών τους ταμείων, οι φόροι που έχουν πληρώσει στο κράτος τους. Και κάτι ακόμα: αρνούμαστε να δεχθούμε πως έχουν κάθε δικαίωμα να επιλέξουν τι θα τα κάνουν. Ακόμη και να τα κάψουν, που λέει ο λόγος, έχουν δικαίωμα παρά να τα δανείσουν σε εξυπνάκηδες κομπιναδόρους αρχοντοχωριάτες που πλαστογραφούνε στατιστικές προκειμένου να κοροϊδέψουν τους αγαθούς και τους αδαείς. Τους εαυτούς μας κοροϊδεύουμε Έλληνες. Κανέναν άλλον. Ξεχάσαμε το ευχαριστώ. Απαξιώσαμε το φιλότιμο. Γίναμε αγνώμονες. Αχάριστοι.    

Την λύση φίλοι μου δεν θα τη βρείτε στους δρόμους και στις αγανακτισμένες πορείες. Η λύση είναι (ακόμα) στα χέρια σας. Μπροστά στα μάτια σας. Αντισταθείτε στην ανομία. Καταδικάστε την παρανομία ακόμη κι αν αυτή είναι μέσα στο σπίτι σας. Καταγγείλτε τον κλέφτη ακόμα κι αν αυτός είναι ο αδερφός σας. Περιθωριοποιείστε τον καταχραστή ακόμη κι αν τυγχάνει να είναι συνάδελφός σας (που μάλλον θα είναι εδώ που τα λέμε). Τιμωρήστε τον φοροδιαφυγά. Μην ψωνίζετε το παραμικρό από όσους δεν εκδίδουν αποδείξεις. Επιβραβεύστε τον τίμιο, τον σωστό, τον νομοταγή επαγγελματία. Μα, πάνω απ' όλα ΑΛΛΑΞΤΕ! Τους γύρω σας και τον εαυτό σας. Διαφορετικά κάντε την αγανάκτησή σας κορνίζα πάνω από το τζάκι να την βλέπουνε τα παιδιά μας και να την φτύνουν.

Πηγή:  www.protagon.gr,  05.07.2011